Προτεραιότητα μας είναι η στήριξη των νέων αγροτών αλλά και η ολοένα μεγαλύτερη εκπαίδευση του κλάδου», σχολίασε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Λευτέρης Αυγενάκης, ο οποίος συμμετείχε σε πάνελ συζήτησης με τίτλο «Ξεκλειδώνοντας προοπτικές, αντιμετωπίζοντας προκλήσεις: Τα ερευνητικά αποτελέσματα για τον Πρωτογενή Τομέα». Η συζήτηση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 9ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών το οποίο πραγματοποιείται στους Δελφούς, 10-13 Απριλίου και τελεί υπό την αιγίδα της Α.Ε της Προέδρους της Δημοκρατίας κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου.
Ο κ. Αυγενάκης ανέφερε πως η κυβέρνηση έχει δεσμεύσει 400 εκατομμύρια ευρώ έως το τέλους του έτους για τη στήριξη των νέων αγροτών. «Κανείς νέος αγρότης που ζητάει στήριξη δεν μένει εκτός προγράμματος», είπε χαρακτηριστικά.
Σχολιάζοντας την υπάρχουσα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) ο Υπουργός τόνισε ότι «καλώς αυτή η ΚΑΠ λαμβάνει υπόψιν την κλιματική αλλαγή, όμως χρειάζεται περισσότερη ευελιξία».
Ο κ. Αυγενάκης αναφέρθηκε και στον σχεδιασμό του «Μητρώου Κατ’ Επάγγελμα Αγροτών, το οποίο «θα μας δώσει πολλά δεδομένα για να κάνουμε καλύτερη κατανομή πόρων και καλλιεργειών. Έτσι θα αποφεύγονται προβλήματα όπως αυτά που αντιμετωπίζαμε στο ζήτημα των καταγραφών και των αποζημιώσεων για την κακοκαιρία Ντάνιελ».
Ο υπουργός πρόσθεσε ότι κύριος στόχος της κυβέρνησης είναι η ένταξη της εκπαίδευσης των αγροτών με δημιουργία σχολών στα κατά τόπους επιμελητήρια.
Σε παρατήρηση της συντονίστριας του πάνελ Φάιης Μακαντάση, και διευθύντριας ερευνών της Διανέοσις, σχετικά με το ζήτημα της εκπαίδευσης των αγροτών, η οποία στην Ελλάδα υπολείπεται του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ο πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, κ. Σπυρίδων Κίντζιος, σχολίασε: «H εκπαίδευση δεν μπορεί να είναι κάτι στατικό. Αλλάζει όπως η τεχνολογία, οι ανάγκες της αγοράς, η κλιματική αλλαγή».
Ο κ. Κίντζιος αναφέρθηκε στο ευρωπαϊκό παράδειγμα των early adopters παραγωγών που μέσω των πιλοτικών καλλιεργειών δίνουν ιδέες και δεδομένα σε όλο τον πρωτογενή τομέα.
«Όσοι έρχονται σε επαφή με τα ελληνικά προϊόντα χωρίς να γνωρίζουν τον κλάδο απορούν γιατί τα προϊόντα αυτά δεν αποτελούν πολύ μεγάλο τομέα της εξαγωγικής οικονομίας. Όσοι ξέρουν, δεν εκπλήσσονται γιατί γνωρίζουν τις παθογένειες. Το έλλειμμα συνεργασίας είναι το κλειδί του προβλήματος. Σε μια χώρα με οικογενειακές επιχειρήσεις και μικρό κλήρο είναι απαραίτητη η συνεργασία για να υπάρξουν οικονομίες κλίματος που θα οδηγήσουν σε τυποποίηση και εξαγωγές» ανέφερε από την πλευρά της η κα Μαριάννα Σκυλακάκη, CEO της αθηΝΕΑ που συνυπογράφει μαζί με τον κ. Θεόδωρο Μπένο, ερευνητή στο Zuyd University of Applied Sciences της Ολλανδίας, την περσινή έρευνα της Διανέοσις για τον αγροτοδιατροφικό τομέα.
«Πρέπει να αυξήσουμε εξωστρέφεια και τη συνεργατικότητα. Οριζόντιες συνεργασίες όχι μόνο με το κλασικό μοντέλο του συνεταιρισμού. Μερικά εμπόδια είναι πρακτικά, τα ξέρουμε, αλλά υπάρχουν και άυλα ψυχολογικά εμπόδια, όπως η αδράνεια και η έλλειψη εμπιστοσύνης», επισήμανε η κα Σκυλακάκη.
Από την πλευρά του ο κ. Μπένος τόνισε: «Από την εποχή που δημοσιεύτηκε η μελέτη έχει υπάρξει πρόοδος, αλλά μπορεί να γίνουν και άλλα πολλά. Νομίζω ένα βασικό ζήτημα στην Ελλάδα είναι η διαφάνεια. Ένα παράδειγμα είναι οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Θεωρώ πως τόσο για τις οριζόντιες όσο και για τις κάθετες συνεργασίες χρειάζεται πιο στοχευμένη κρατική εποπτεία όπως και στήριξη. Αυτή πρέπει να βασίζεται σε υλικό που έχει προκύψει από καλύτερη καταγραφή των δεδομένων».
Η επόμενη ΚΑΠ
Η CEO της ΓΑΙΑ Επιχειρείν, κα Έλλη Τσιφόρου, σχολίασε πως η τωρινή ΚΑΠ σχεδιάστηκε σε μια λογική ρήξης με τις προηγούμενες ευρωπαϊκές ασκήσεις ισορροπίας. «Επειδή έγινε σε εποχή πράσινης μετάβασης τέθηκε προτεραιότητα στους περιβαλλοντικούς και όχι στους κοινωνικούς και οικονομικούς στόχους. Όμως η επόμενη ΚΑΠ θα πρέπει να λάβει υπόψιν της την ένταξη της Ουκρανίας στην Ε.Ε., κάτι που θα τινάξει στον αέρα το σημερινό σύστημα των εκταρικών ενσιχύσεων».
Στο ζήτημα της αλλαγής της ΚΑΠ, ο κ. Αυγενάκης σχολίασε ότι «ναι δεν είναι η καλύτερη δυνατή η ΚΑΠ αλλά εμείς δεν μπορούμε να πούμε πως έχουμε καθαρίσει τα του οίκου μας, πως είμαστε νοικοκύρηδες, πριν ζητήσουμε τη ριζική αλλαγή της».