Έμφαση στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τις τράπεζες
Οι εργασίες του 1ου Διεθνούς Συνεδρίου του ΤΜΕΔΕ ανάδειξαν επίσης σημαντικές πληροφορίες για τις δυνατότητες αλλά και τις προκλήσεις χρηματοδότησης έργων και προγραμμάτων πράσινης μετάβασης, ιδίως στους τομείς της ενέργειας, μεταποίησης και των κατασκευών, με έμφαση στην ανακαίνιση και ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού απόθέματος.
Η συμβολή και του τραπεζικού κλάδου στην αειφόρο ανάπτυξη και το περιβάλλον βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης της Ελένης Βρεττού, Διευθύνουσας Συμβούλου της Attica Bank και του Νίκου Βέττα Γενικού Διευθυντή του ΙΟΒΕ και καθηγητή Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Μιλώντας στο πάνελ «Αειφόρος Ανάπτυξη και Περιβάλλον: Η Συμβολή του Τραπεζικού Κλάδου» γενικότερα για τον δρόμο προς την πράσινη μετάβαση ο κ. Βέττας είπε ότι η ελληνική οικονομία πρέπει να δημιουργεί πλεονάσματα και για την πορεία προς την πράσινη μετάβαση, εκτός από τα δημοσιονομικά πλεονάσματα γεγονός που αποτελεί μια πρόκληση, αλλά δεν θα πρέπει να μας πανικοβάλει. για την προσπάθεια που πρέπει να γίνει αλλά και για το μέγεθος των πλεονασμάτων που απαιτούνται. Εστιάζοντας στην πράσινη ανάπτυξη ο κ.Βέττας είπε ότι το κενό χρηματοδότησης- όταν τελειώσει το Ταμείο Ανάκαμψης- μέχρι το 2030 είναι περίπου 30 δις ευρώ. Το ποσό αυτό είναι σημαντικό και δεν μπορεί να προέλθει μόνο από δημόσιο χρήμα, χρειάζονται διαδικασίες και πρωτοβουλίες που θα διευκολύνουν τις χρηματοδοτήσεις, είπε. Αναφερόμενος στις τράπεζες είπε ότι οι τράπεζες συνολικά θα πρέπει να πάρουν λελογισμένα ρίσκα, στο δρόμο των πράσινων χρηματοδοτήσεων ενώ ταυτόχρονα να προχωρήσουν σε συνέργειες και με άλλους εμπλεκόμενους φορείς (venture capitals κλπ).
Η κ.Βρεττού στην παρέμβαση της επισήμανε ότι η Ελλάδα έχει τεράστια δύναμη και προσαρμοστικότητα σε όλες τις αλλαγές, συμπεριλαμβανόμενης και της πράσινης μετάβασης. Έδωσε μεγάλη έμφαση στο δρόμο μετάβασης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καθώς οι μεγαλύτερες σε μέγεθος έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες προσαρμογής. Αναφέρθηκε στις θέσεις που αναπτύσσονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για πιο ομαλή πράσινη μετάβαση και όχι απότομη με μεγαλύτερη διαβούλευση προς όφελος των απλών καταναλωτών.
Μιλώντας για τα χρηματοδοτικά εργαλεία στην Ελλάδα προς τις επιχειρήσεις στο δρόμο προς την πράσινη μετάβαση είπε ότι υπάρχουν πολλά χρηματοδοτικά εργαλεία με στόχευση τις ΜμΕ τα οποία έχουν ως στόχο να εντάξουν και τις πιο μικρές μονάδες της οικονομίας προς την κατεύθυνση της πράσινης μετάβασης, σε συνδυασμό και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Αναφέρθηκε και στη σημασία της εκπαίδευσης των ΜμΕ επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να περάσεις σε αυτές το μήνυμα ότι η πράσινη μετάβαση είναι επένδυση και όχι μόνον κόστος. Μια επένδυση που θα τους δώσει πρόσβαση σε νέες δουλειές και ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της. Αναφερόμενη στις ίδιες τις τράπεζες, είπε ότι τόσο οι συστημικές, όσο και μικρότερες σε μέγεθος βρίσκονται σε φάση υλοποίησης συγκεκριμένων δράσεων και πρωτοβουλιών που προβλέπονται από το θεσμικό πλαίσιο ρυθμίσεων σε ευρωπαϊκό και εγχώριο επίπεδο.
Συντονιστής του πάνελ ήταν ο δημοσιογράφος Γιάννης Παπαδογιάννης, Διευθυντής του businessDaily.gr
Η ευκαιρία και τα εμπόδια στη χρηματοδότηση για το κλιματικό κίνδυνο
Οι «Βιώσιμες στρατηγικές χρηματοδότησης και ο κλιματικός κίνδυνος» ήταν αντικείμενο συζήτησης στο ειδικό Round Table Discussion που ακολούθησε με συντονιστή το δημοσιογράφο σε Mega, Τα Νέα, ot.gr, Νίκο Φιλιππίδη.
Ο Ανώτερος Γενικός Διευθυντής Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής, Τράπεζα Πειραιώς, Θεόδωρος Τζούρος, ανέφερε στη χώρα αυξήθηκαν οι επενδύσεις σε ΑΠΕ εντός της τετραετίας και η συνολική εγκατεστημένη ισχύς αυξήθηκε από τα 5 MW στ 12 GW με τη χρηματοδότηση να προέρχεται κυρίως από τις ελληνικές τράπεζες, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν υιοθετηθεί τα corporate PPAS και οι τράπεζες χρηματοδοτούν βάσει αυτών. Ωστόσο, σημειώνεται πτώση στις μετοχές των εισηγμένων στο κλάδο των ΑΠΕ κατά 30-40% το τελευταίο καθώς τα έργα αυτά έχουν υψηλή μόχλευση. Όσον αφορά την Ελλάδα υπάρχει, ανέφερε, ότι υπάρχει το Ταμείο Ανάκαμψης μέσω του οποίου έχουν χρηματοδοτηθεί επενδύσεις συνολικής αξίας 3 δισ. Ευρώ με σταθερά επιτόκια που διαμορφώνονται μεταξύ του 0,3% και 1%. Σχετικά με τους επιβραδυντικούς παράγοντες επισήμανε την πτωτική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης, θα μειωθούν κατά 50 δισ. € στο μέλλον οι πόροι για τα μεγάλα έργα και το electrification της οικονομίας. Για τις επενδύσεις του μέλλοντος επισήμανε τις μπαταρίες αποθήκευσης ενέργειας και τα δίκτυα.
Ο Βοηθός Γενικός Διευθυντής, Head of Commercial Real Estate, Finance, Eurobank, Κωνσταντίνος Ψαλτόπουλος, δήλωσε ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση για το luxuryhospitality, τα logistics, και κυρίως τα πράσινα γραφεία. Μάλιστα για τα τελευταία ανέφερε ότι υπάρχουν μόνο 50 σε όλη τη χώρα και υπάρχει μία σημαντική ευκαιρία ώστε να ανανεωθεί το υφιστάμενο στοκ των γραφείων.
Χαρακτήρισε, δε, ως μονόδρομο τα κριτήρια ESG και τα πράσινα γραφεία καθώς οι πολυεθνικές προτιμούν μόνο αυτά τα ακίνητα. Ως κινδύνους παρουσίασε την έλλειψη εργατικού και διοικητικού προσωπικού, τα μακροοικονομικά γεγονότα και το ρίσκο του ESG.
O Πρόεδρος της EuroxxSecurities, ΤζουζέπεΤζιάνο, τόνισε ότι ο συνδυασμός της άμεσης χρηματοδότηση με την αυξημένη ζήτηση εκ μέρους των καταναλωτών είναι μία αρκετά καλή περίσταση. Σχολίασε ότι οι κίνδυνοι είναι η ελλιπής διεκπεραίωση μαζί με τη μη θέσπιση των αρχών βιωσιμότητας σε συνδυασμό με την υπερκατανάλωση των πράσινων πόρων.
Ο Investment Director, ALPHA Asset Management, Χρήστος Μποσόλης τόνισε ότι οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να στηρίξουν τη χρηματοδότηση για τα έργα ΑΠΕ και ότι υπάρχουν εναλλακτικές πηγές όπως τα ίδια κεφάλαια των εταιρειών μέσων ΑΜΚ και δημοσίων προτάσεων και οι κρατικές και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις. Πρόσθεσε ότι παρά την αύξηση των πράσινων ομολόγων η χώρα μας είναι αρκετά πίσω καθώς έχουν εκδοθεί πράσινα ομόλογα κάτω των 4 δισ. Ευρώ ενώ σε όλο τον κόσμο το συνολικό ποσό των εκδόσεων ξεπερνά τα 700 δισ. ευρώ. Ωστόσο, δήλωσε ότι το 2024 δεν έχει γίνει καμία έκδοση πράσινου ομολόγου στην Ελλάδα και ότι θα έπρεπε οι επιχειρήσεις να στραφούν περισσότερο προς αυτά. Σχετικά με τους παράγοντας που μεταβάλλουν τις επιδόσεις των ΑΠΕ ανέφερε τον πληθωρισμό, την άνοδο των επιτοκίων, που έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση του κατασκευαστικού και χρηματοδοτικού κόστους, αλλά και την αβεβαιότητα λόγω των κρίσεων και τις αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο.