Η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο προκαλεί έντονες αντιδράσεις και ανησυχίες στην Ευρώπη, και ειδικότερα στην Ελλάδα, για τις πιθανές πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες της διάχυσης του «τραμπισμού» στην ήπειρο. Παρόλο που οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, όπως και η κυβέρνηση Σολτς στη Γερμανία, προσπαθούν να διατηρήσουν μια ψύχραιμη στάση δημοσίως, πίσω από τις κλειστές πόρτες ενυπάρχει η ανησυχία για τις συνέπειες της ανόδου της ακροδεξιάς και της αντίδρασης στις ευρωπαϊκές προοδευτικές πολιτικές.
Οι “τραμπιστές” στην Ελλάδα
Μετά την εκλογική νίκη του Τραμπ, ο φόβος είναι ότι η πολιτική ατζέντα του, που περιλαμβάνει την αποδοχή της εθνοκεντρικής πολιτικής, τον περιορισμό της μετανάστευσης και την αντιπαράθεση με τις «woke» πολιτικές, θα βρει έδαφος στην Ευρώπη. Αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται από την ταχύτητα με την οποία και στην Ελλάδα ακροδεξιοί πολιτικοί όπως ο Κυριάκος Βελόπουλος και η Αφροδίτη Λατινοπούλου, αλλά και ο πρώην υπουργός Πάνος Καμμένος, έσπευσαν να πανηγυρίσουν για την επανεκλογή του Τραμπ και να ταυτίσουν τον εαυτό τους με τις ακροδεξιές θέσεις του.
Αυτή η τάση προκαλεί ανησυχία στους προοδευτικούς πολίτες, καθώς ενδέχεται να επιδεινώσει την ήδη αυξημένη πόλωση στην Ελλάδα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη να εφαρμόσει ακόμη πιο δεξιές πολιτικές. Από την άλλη μην ξεχνάμε και την κριτική των πρώην πρωθυπουργών Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή, τα οποία πιστεύουν ότι η κυβέρνηση κινδυνεύει να χάσει ερείσματα από τη δεξιά πτέρυγα των ψηφοφόρων της, ειδικά με τη διαχείριση στα εθνικά θέματα.
Η στάση της Ελλάδας στα Ελληνοτουρκικά
Ενδεχομένως πιο σημαντικό για την Ελλάδα είναι το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και της στάσης που θα κρατήσει ο Τραμπ απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις. Κατά την πρώτη θητεία του, παρά την προσωπική φιλία με τον Ταγίπ Ερντογάν, η αμερικανική κυβέρνηση είχε τηρήσει σε ισχυρές σχέσεις με την Ελλάδα, υπέρ των συμφερόντων της στον στρατηγικό τομέα, με την ανανέωση των συμφωνιών αμυντικής συνεργασίας και τον Στρατηγικό Διάλογο ΗΠΑ-Ελλάδας.
Η Ελλάδα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη αναμένουν από τον Τραμπ να συνεχίσει να υποστηρίζει τη διαδικασία του ελληνοτουρκικού διαλόγου και να ασκήσει πίεση για την αποφυγή περαιτέρω έντασης στην περιοχή. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι εξαιρετικά προσεκτική και παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, δεδομένων των δύσκολων σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ και των νέων παραμέτρων που ενδέχεται να δημιουργηθούν από την ενδυνάμωση της αμερικανικής υποστήριξης προς την Τουρκία.
Η στρατηγική της Ευρώπης και της Ελλάδας
Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ελλάδα επενδύουν στην ιδέα της στρατηγικής αυτονομίας ενόψει της νέας θητείας Τραμπ, ενισχύει την ανάγκη να περιοριστεί η εξάρτηση από τις ΗΠΑ και να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή ενότητα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αναφέρει την ανάγκη για μια πιο ανεξάρτητη και αυτόνομη Ευρώπη, και αυτό, όπως φαίνεται, δεν ήταν τυχαίο, δεδομένων των αμερικανικών προεδρικών εκλογών και της επανεκλογής του Τραμπ.
Η νέα πολιτική κατάσταση δημιουργεί επίσης ανησυχία και για τη μελλοντική αλληλεπίδραση των ΗΠΑ με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και την ευρωπαϊκή ασφάλεια, δεδομένων των πιέσεων για μείωση της στρατιωτικής επιβάρυνσης και της στροφής προς την ευρωπαϊκή άμυνα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, λοιπόν, εστιάζει στην ενίσχυση της στρατηγικής σχέσης με τις ΗΠΑ και στην παράλληλη ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής αυτονομίας, προκειμένου να μην εξαρτάται αποκλειστικά από τις αμερικανικές πολιτικές και στρατηγικές.
Η επιστροφή λοιπόν του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ανοίγει μια σειρά από προκλήσεις για την Ευρώπη και την Ελλάδα. Η διάχυση του τραμπισμού ενδέχεται να προκαλέσει ρωγμές στη πολιτική συνοχή της ΕΕ, ενισχύοντας ακροδεξιές και εθνικιστικές δυνάμεις. Παράλληλα, η Ελλάδα θα πρέπει να διαχειριστεί την ισχυρή εξωτερική πίεση από την Αμερική σε θέματα όπως τα ελληνοτουρκικά, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκει να ενισχύσει τη θέση της στην ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία