Η δυσλεξία είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που επηρεάζει την ικανότητα ανάγνωσης και γραφής, και υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να έχει γενετική βάση. Έχουν γίνει πολλές μελέτες για να κατανοήσουν οι επιστήμονες την προέλευση της δυσλεξίας και τον ρόλο των γονιδίων. Ενώ η ακριβής αιτία της δυσλεξίας δεν είναι πλήρως κατανοητή, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή της.
Έρευνες δείχνουν ότι αν κάποιος γονιός ή συγγενής έχει δυσλεξία, τα παιδιά του είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν τη διαταραχή. Μελέτες σε δίδυμα έχουν επίσης δείξει υψηλή συχνότητα εμφάνισης της δυσλεξίας στα μονοζυγωτικά δίδυμα (τα οποία μοιράζονται το 100% των γονιδίων τους), σε σχέση με τα διζυγωτικά δίδυμα (που μοιράζονται το 50% των γονιδίων τους). Αυτό υποδεικνύει ότι η γενετική κληρονομικότητα μπορεί να επηρεάσει την πιθανότητα εμφάνισης της δυσλεξίας.
Μερικά γονίδια που σχετίζονται με τη λειτουργία του εγκεφάλου και την επεξεργασία της γλώσσας έχουν βρεθεί να συνδέονται με τη δυσλεξία. Αυτά τα γονίδια επηρεάζουν τη σύνδεση και την επικοινωνία μεταξύ των περιοχών του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες για την ανάγνωση και τη γλώσσα.
Παρόλο που η γενετική παίζει σημαντικό ρόλο, η δυσλεξία επηρεάζεται και από περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως το εκπαιδευτικό περιβάλλον, και δεν είναι μόνο θέμα κληρονομικότητας. Ωστόσο, η έρευνα συνεχίζεται για να κατανοηθούν καλύτερα οι ακριβείς αιτίες της δυσλεξίας.