Πρόσφατη έρευνα αναδεικνύει σημαντικές ανισότητες στις συνήθειες αγοράς κατεψυγμένων φρούτων και λαχανικών, αναλύοντας τις τάσεις κατανάλωσης σύμφωνα με παράγοντες όπως το εισόδημα, το μορφωτικό επίπεδο και η γεωγραφική τοποθεσία. Η μελέτη αποκαλύπτει ότι η πρόσβαση και οι προτιμήσεις για κατεψυγμένα προϊόντα διαφέρουν σημαντικά, επισημαίνοντας τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες και τις διατροφικές ανισότητες.
Ένα από τα βασικά ευρήματα της έρευνας είναι ότι τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα τείνουν να αγοράζουν λιγότερο συχνά κατεψυγμένα φρούτα και λαχανικά σε σχέση με εκείνα που διαθέτουν υψηλότερο εισόδημα. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από διάφορους παράγοντες, όπως η ευαισθησία στην τιμή και η αντίληψη για την ποιότητα των προϊόντων. Παρά το γεγονός ότι τα κατεψυγμένα φρούτα και λαχανικά είναι συχνά πιο οικονομικά από τα φρέσκα, πολλοί άνθρωποι με χαμηλότερο εισόδημα εξακολουθούν να προτιμούν τα φρέσκα προϊόντα, συχνά λόγω ανησυχιών σχετικά με τη γεύση, την υφή και τη θρεπτική αξία τους. Παρά τη βολικότητά τους και την οικονομική τους τιμή, τα κατεψυγμένα προϊόντα εξακολουθούν να θεωρούνται από ορισμένους ως λιγότερο ποιοτικά, γεγονός που μπορεί να αποθαρρύνει την κατανάλωσή τους.
Αντίθετα, τα νοικοκυριά με υψηλότερο εισόδημα δείχνουν μεγαλύτερη προτίμηση για τα κατεψυγμένα προϊόντα. Για αυτά τα νοικοκυριά, τα κατεψυγμένα φρούτα και λαχανικά αποτελούν μια οικονομική εναλλακτική λύση σε σχέση με τα φρέσκα, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου τα φρέσκα προϊόντα είναι λιγότερο διαθέσιμα. Τα κατεψυγμένα λαχανικά, ειδικότερα, εκτιμώνται για την ευχρηστία τους, τη μακρά διάρκεια αποθήκευσης και την ευκολία να διατηρείς μια ποικιλία λαχανικών, ειδικά για άτομα με πολυάσχολες ζωές. Αυτές οι ομάδες καταναλωτών είναι επίσης πιο ενημερωμένες για τη θρεπτική αξία των κατεψυγμένων προϊόντων, καθώς η διαδικασία κατάψυξης μπορεί να διατηρήσει τις βιταμίνες και τα μέταλλα των φρούτων και λαχανικών το ίδιο αποτελεσματικά με την αποθήκευσή τους σε φρέσκια κατάσταση.
Η έρευνα εντοπίζει επίσης γεωγραφικές ανισότητες στις συνήθειες αγοράς κατεψυγμένων προϊόντων. Στις αγροτικές περιοχές, όπου η πρόσβαση σε φρέσκα φρούτα και λαχανικά είναι περιορισμένη, παρατηρείται υψηλότερος ρυθμός αγορών κατεψυγμένων προϊόντων σε σχέση με τις αστικές περιοχές, όπου η πρόσβαση σε φρέσκα προϊόντα είναι πιο εύκολη. Αυτό δείχνει ότι οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών ενδέχεται να εξαρτώνται περισσότερο από τα κατεψυγμένα προϊόντα ως σταθερή επιλογή, όταν τα φρέσκα προϊόντα δεν είναι διαθέσιμα λόγω περιορισμένων μεταφορών, εποχικότητας ή περιορισμένων καταστημάτων.
Τελικά, η έρευνα υπογραμμίζει την ανάγκη για αυξημένη εκπαίδευση και στρατηγικές μάρκετινγκ που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αλλαγή των αντιλήψεων των καταναλωτών σχετικά με τα κατεψυγμένα φρούτα και λαχανικά. Η ενίσχυση της προσβασιμότητας και της ελκυστικότητας αυτών των προϊόντων, ειδικά για τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα, θα μπορούσε να συμβάλει στην προώθηση πιο υγιεινών διατροφικών συνηθειών και στην εξάλειψη των διατροφικών ανισοτήτων. Με την προώθηση της αξίας, της ευχρηστίας και των θρεπτικών οφελών των κατεψυγμένων προϊόντων, οι έμποροι και οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία καλύτερων ευκαιριών για υγιεινές διατροφικές επιλογές σε όλους τους πληθυσμούς.