Αν και έχουν περάσει δύο χρόνια από την έναρξη του πολέμου στο Σουδάν, οι εξελίξεις παραμένουν εξαιρετικά ζοφερές, τονίζει η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ και καλεί τον κόσμο να προχωρήσει σήμερα σε δωρεά, καθώς οι ανάγκες των εκτοπισμένων είναι τεράστιες.
“Η πιο καταστροφική κρίση εκτοπισμού στον κόσμο διαδραματίζεται πλέον εν μέσω της πιο σοβαρής κρίσης στη χρηματοδότηση της ανθρωπιστικής βοήθειας που έχουμε δει εδώ και δεκαετίες. Η βίαιη σύρραξη, η οποία δεν δείχνει σημάδια ύφεσης, έχει προκαλέσει ανυπολόγιστο πόνο, καθώς οικογένειες διαλύονται, το μέλλον εκατομμυρίων ανθρώπων είναι αβέβαιο, ενώ απειλείται η σταθερότητα της περιοχής. Καθώς ο εκτοπισμός διογκώνεται, οι ανάγκες είναι σήμερα πιο επιτακτικές από ποτέ.” αναφέρει η Ύπατη Αρμοστεία.
Στη συνέχεια, τονίζει πως “σχεδόν 13 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους μέχρι σήμερα, με σχεδόν 4 εκατομμύρια να έχουν περάσει στις γειτονικές χώρες όπως η Αίγυπτος, το Νότιο Σουδάν, το Τσαντ, η Λιβύη, η Αιθιοπία, η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και πιο μακριά, η Ουγκάντα. Ο εκτοπισμός συνέχισε να αυξάνεται κατά το δεύτερο έτος του πολέμου, με περισσότερους από 1 εκατομμύριο ανθρώπους να εγκαταλείπουν το Σουδάν. Οι νεοαφιχθέντες αναφέρουν ότι έχουν υποστεί συστηματική σεξουαλική βία και άλλες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και ότι έχουν γίνει μάρτυρες μαζικών δολοφονιών. Οι μισοί από αυτούς που φτάνουν είναι παιδιά, ενώ χιλιάδες ανάμεσά τους είναι χωρίς οικογένεια. Το Σουδάν είναι πλέον η χώρα με τον μεγαλύτερο αριθμό πολιτών που έχουν εκτοπιστεί ως πρόσφυγες στην Αφρική”.
“Ο πρόσφατος τερματισμός των εχθροπραξιών στο Χαρτούμ έδωσε την ευκαιρία να προσεγγίσουμε πρόσφυγες και εκτοπισμένους που ήταν σε μεγάλο βαθμό αποκομμένοι από την παροχή βοήθειας για δύο χρόνια. Χιλιάδες έχουν αρχίσει να επιστρέφουν στο Χαρτούμ, καθώς και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα στο Omdurman, στο Wad Madani και στο Jazeera State, αλλά οι αριθμοί αυτοί είναι σχετικά μικροί σε σύγκριση με τα εκατομμύρια των ανθρώπων που εξακολουθούν να είναι εκτοπισμένοι. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και οι εταίροι της ενισχύουν την υποστήριξη προς τις οικογένειες που επιλέγουν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Ο πόλεμος έχει καταστρέψει τις υποδομές και τις βασικές υπηρεσίες της πόλης“ προσθέτει στη συνέχεια.
“Ενώ οι συρράξεις και ο εκτοπισμός έχουν επιδεινωθεί, η χρηματοδότηση παραμένει στάσιμη. Η χρηματοδότηση για την περιφερειακή ανταπόκριση καλύπτει λιγότερο από το 10 τοις εκατό των απαιτούμενων πόρων, καθιστώντας αδύνατη την κάλυψη βασικών αναγκών. Οι πρόσφατες παγκόσμιες περικοπές στην ανθρωπιστική χρηματοδότηση θέτουν σε κίνδυνο κρίσιμα προγράμματα. Οι ομάδες στο πεδίο αναγκάζονται να κάνουν δυσανάλογες επιλογές, ενώ οι πρόσφυγες αναγκάζονται να καταφύγουν σε επιβλαβείς στρατηγικές για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Οι περικοπές πραγματοποιούνται σε μια περίοδο που οι ανάγκες δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερες. Στο εσωτερικό του Σουδάν, η μειωμένη χρηματοδότηση θα περιορίσει την πρόσβαση σε πόσιμο νερό για τουλάχιστον μισό εκατομμύριο εκτοπισμένους, αυξάνοντας σημαντικά τον κίνδυνο χολέρας και άλλων ασθενειών που μεταδίδονται με το νερό. Παρεμποδίζει επίσης τη δυνατότητα μετακίνησης των νεοαφιχθέντων σε ασφαλέστερες περιοχές μακριά από τα υπερπλήρη κέντρα διέλευσης στα σύνορα σε μέρη όπως το Νότιο Σουδάν και το Τσαντ, όπου πάνω από 280.000 πρόσφυγες παραμένουν εγκλωβισμένοι σε πρόχειρους καταυλισμούς χωρίς κατάλληλο κατάλυμα, πόσιμο νερό, υγειονομική περίθαλψη ή προστασία.” τονίζει η Ύπατη Αρμοστεία.
Όπως υπογραμμίζει στη συνέχεια, “στην Ουγκάντα, η αύξηση των νέων αφίξεων από το Σουδάν, μαζί με εκείνες από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, έχει ασκήσει τεράστια πίεση στην εκπαίδευση. Η περικοπή της χρηματοδότησης σημαίνει ότι οι μαθητές της προσφυγικής και της τοπικής κοινότητας αντιμετωπίζουν τεράστιο υπερπληθυσμό στα σχολεία. Ο αρνητικός αντίκτυπος στην ποιότητα της διδασκαλίας αποθαρρύνει τις εγγραφές. Για πολλά νεαρά κορίτσια, αυτό θα αυξήσει τον κίνδυνο πρόωρου γάμου. Για τα αγόρια, αυτό σημαίνει πίεση να εργαστούν ή να επιχειρήσουν μια επικίνδυνη περαιτέρω μετακίνηση. Σε όλες τις χώρες υποδοχής προσφύγων, ασφαλείς χώροι κλείνουν αυτή τη στιγμή και κοινωνικοί λειτουργοί παύονται από την εργασία τους, αφήνοντας δεκάδες χιλιάδες γυναίκες και κορίτσια χωρίς παροχή συμβουλευτικής, υγειονομικής περίθαλψης και ζωτικής υποστήριξης. “Η έλλειψη ειρήνης, επαρκούς ανθρωπιστικής βοήθειας και ευκαιριών στις χώρες παροχής ασύλου οδηγεί όλο και περισσότερους ανθρώπους να αναζητούν ασφάλεια πέρα από τα σύνορα του Σουδάν. Πάνω από 70.000 Σουδανοί πρόσφυγες έχουν φτάσει στην Ουγκάντα. Άλλοι συνεχίζουν να επιχειρούν επικίνδυνα περάσματα προς την Ευρώπη. Ενώ ο αριθμός των Σουδανών που φτάνουν στην Ευρώπη παραμένει χαμηλός, οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά 38 τοις εκατό σε ετήσια βάση τους δύο πρώτους μήνες του 2025. Φοβόμαστε ότι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα έχουν άλλο περιθώριο από το να τους ακολουθήσουν”.
“Παρά τους περιορισμούς, οι γειτονικές χώρες διατηρούν τα σύνορά τους ανοιχτά, με τις κοινότητες να μοιράζονται τους περιορισμένους πόρους που διαθέτουν. Η Ύπατη Αρμοστεία και οι εταίροι της συνεχίζουν τις παρεμβάσεις, κάνοντας ό,τι καλύτερο μπορούν για να παρέχουν προστασία και βοήθεια και για να βρίσκονται δίπλα στους πρόσφυγες μέσα στην τρέχουσα αβεβαιότητα. Παράλληλα με τη βοήθεια, απαιτείται περισσότερη αναπτυξιακή χρηματοδότηση, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να λυγίσουν οι κοινότητες υποδοχής κάτω από τον μεγάλο αριθμό των νέων αφίξεων και προκειμένου να μπορέσουν να ξαναχτίσουν τη ζωή τους όσοι επιστρέφουν στις εστίες τους.” τονίζει η Ύπατη Αρμοστεία και εξηγεί πως “όσο τα μέτωπα των συγκρούσεων μετατοπίζονται, όσο οι άνθρωποι συνεχώς εκτοπίζονται και οι πόροι στερεύουν, η ελπίδα εξαντλείται. Μια πολιτική λύση για την ειρήνη στο Σουδάν είναι απαραίτητη τώρα περισσότερο από ποτέ.”
Κάντε μία δωρεά σήμερα και βοηθήστε έναν άνθρωπο να επιβιώσει, κάνοντας κλικ εδώ.