Δυτικές τράπεζες και έμποροι από τη Citigroup Inc. έως τον όμιλο Trafigura, είναι όλο και πιο πρόθυμοι να συνάψουν νέες συμφωνίες για ρωσικά μέταλλα, εκμεταλλευόμενοι ευκαιρίες για κέρδος, ενώ οι ανταγωνιστές τους καθυστερούν, σχεδόν δύο χρόνια μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Οι συμφωνίες δείχνουν πώς ορισμένοι έμποροι κινούνται μέσα στο πλέγμα των κυρώσεων και άλλων περιορισμών στη Ρωσία προκειμένου να διατηρήσουν τη ροή των φυσικών της πόρων, εν μέσω αντικρουόμενων μηνυμάτων από τις δυτικές πρωτεύουσες σχετικά με το αν θέλουν οι εταιρείες να διακινούν ρωσικά εμπορεύματα,σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg.
Ο συμφωνίες που αφορούν τις ρωσικές προμήθειες είναι ένας από τους λίγους τομείς όπου είναι δυνατόν να αποκομίσει κανείς ένα σταθερό κέρδος, σύμφωνα με τον επικεφαλής ενός εμπορικού οίκου, με τον οποίο συνομίλησε το Bloomberg.
- Η Trafigura έχει αναζητήσει ενεργά νέες συμφωνίες για την αγορά και την πώληση ρωσικού μετάλλου.
- Στο Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου (LME), χρηματοπιστωτικές εταιρείες όπως η Citi και η Squarepoint Capital LLP έχουν αγοράσει μεγάλες ποσότητες ρωσικού αλουμινίου που κυριαρχεί πλέον στα αποθέματα του χρηματιστηρίου.
Οι κορυφαίοι έμποροι μετάλλων έχουν υιοθετήσει διαφορετικές στάσεις. Η Glencore δήλωσε τον Μάρτιο του 2022 ότι «δεν θα αναλάβει καμία νέα εμπορική δραστηριότητα όσον αφορά τα ρωσικής προέλευσης εμπορεύματα», αν και διατηρεί ένα μεγάλο μακροπρόθεσμο συμβόλαιο για την αγορά αλουμινίου από την United Co. Rusal International PJSC. Η εταιρεία συνέχισε επίσης να αγοράζει χαλκό από τη Ρωσία και να προμηθεύει με αλουμίνα τη Ρωσία από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος. «Οι συναλλαγές αυτές αποτελούν μέρος των συμβάσεων που ίσχυαν πριν ξεσπάσει ο πόλεμος και είναι σύμφωνες με την πολιτική μας σχετικά με τις ρωσικές επιχειρηματικές δραστηριότητες που τέθηκε τον Μάρτιο του 2022. Η Glencore δεν έχει αναλάβει καμία νέα επιχειρηματική δραστηριότητα με ρωσικές εταιρείες μετά το ξέσπασμα του πολέμου», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας.