«Είμαστε εδώ για να αντιμετωπίσουμε με ευθύνη μια υπαρκτή κοινωνική ανισότητα», τόνισε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός. Στόχος μας είναι να προστατεύσουμε αυτονόητα δικαιώματα παιδιών με την ασπίδα των γονιών τους και να αποδώσουμε επιτέλους δικαιοσύνη και στην καθημερινότητα συμπολιτών μας του ιδίου φύλου, ανέφερε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Σημείωσε ότι η μεταρρύθμιση που φέρνει η κυβέρνηση κάνει τη ζωή ανθρώπων καλύτερη χωρίς να στερεί τίποτα από τους πολλούς. Το νομοσχέδιο αναμένεται να ψηφιστεί από ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας.
Αντιμετωπίζουμε μια κοινωνική πραγματικότητα αίροντας μια σοβαρή ανισότητα, είπε ο κ. Μητσοτάκης λέγοντας ότι η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση είναι και χρήσιμη και αναγκαία. Κάνει τη ζωή αρκετών συμπολιτών μας καλύτερη χωρίς να στερεί τίποτα από τη ζωή των πολλών, τόνισε.
Όπως είπε «επεκτείνουμε με το νομοσχέδιο αυτό τα δικαιώματα των παιδιών και σε εκείνα που υπάρχουν, που ζουν ήδη με ομόφυλα ζευγάρια. Δεν μεταβάλλουμε καθόλου το ισχύον πλαίσιο της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και ούτε βέβαια καθιερώνουμε “Γονέα 1” και “Γονέα 2″».
Ανέφερε ότι «ο νόμος τον οποίο παρουσιάζουμε και προτείνουμε στην Εθνική Αντιπροσωπεία εξισώνει τους πολίτες απέναντι στον πολιτικό γάμο. Επαναλαμβάνω: απέναντι στον πολιτικό γάμο. Διότι ο θρησκευτικός γάμος αποτελεί θρησκευτικό μυστήριο και αποκλειστική υπόθεση της Εκκλησίας, τις θέσεις της οποίας η Πολιτεία ασφαλώς και σέβεται, με βάση όμως πάντα τους διακριτούς ρόλους των δύο θεσμών».
Το σύμφωνο συμβίωσης «το οποίο εγώ προσωπικά είχα ψηφίσει λίγους μήνες πριν εκλεγώ Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, αποτελεί μία χαλαρή σύμβαση η οποία λύνεται μονομερώς με μία δήλωση» τόνισε.
«[…]το νομοσχέδιο δεν αναφέρεται καθόλου στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Εκεί το καθεστώς μένει το ίδιο, όπως ακριβώς το ίδιο μένει και το καθεστώς της υιοθεσίας, με πολύ αυστηρές προδιαγραφές για το πώς κάποιος θα γίνει τελικά υποψήφιος γονέας» υπογράμμισε και πρόσθεσε ότι «Είναι λάθος, λοιπόν, να κατασκευάζονται ψεύτικοι στόχοι μόνο και μόνο για να επιτεθούν σ’ αυτούς κάποιοι με τα δικά τους πυρά. Έτσι, θα έλεγα ότι αποδεικνύονται τελείως άσφαιρες και οι προαποφασισμένες βολές τους».
« Ξέρουμε ότι ευτυχισμένα παιδιά μπορούν να μεγαλώνουν και με γονείς του ιδίου φύλου, καθώς η φύση -και όχι εκείνοι- όρισε τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Ενώ από την άλλη περιβάλλονται με την ίδια αγάπη που τυπικά διαθέτει και η πυρηνική οικογένεια. Αυτό λοιπόν που αποδεδειγμένα κάνει τη διαφορά είναι η αγάπη, η ασφάλεια, η στοργή μέσα σε ένα σπιτικό και όχι η μορφή του. Το μοντέλο δεν είναι ένα. Έλεγε η μακαρίτισσα η μητέρα μου, κι είχε πολύ δίκιο, ότι “κανείς δεν έπαθε ποτέ τίποτα από πολλή αγάπη”. Κανείς. Θα έλεγα μάλιστα να το σκεφτούμε αυτό, αν αναλογιστούμε ότι και σήμερα υπάρχουν οικογένειες που υπάρχει ένας γονέας, μονογονεϊκές, διαζευγμένες οικογένειες» υπογράμμισε ακόμα ο κ. Μητσοτάκης.
Να μη συγχέουμε τη συντήρηση με την οπισθοδρόμηση συνέχισε ενω είπε ότι αυτό το νομοσχέδιο κάνει πράξη προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης.
Η δημοκρατία προϋποθέτει θεσμούς που εξελίσσονται τόνισε και ανέφερε ότι το νομοσχέδιο έχει την επιδίωξη να ενώσει και όχι να διχάσει. «Νομίζω ότι οι πιο πολλοί πολίτες σε αυτή τη λογική εντάσσονται μακριά από εντάσεις που καταλήγουν γραφικές. Ψαλμοί με αριστερές γροθιές και προσευχές με αντικοινοβουλευτικά συνθήματα μάλλον δεν ταιριάζουν. Τέτοιες εκδηλώσεις κάνουν πολύ παράδοξη την παράδοση. Ευτυχώς η κοινωνία μας απείχε από τέτοιες ακρότητες. Υπήρξε ωριμότητα στη δημόσια συζήτηση. Μεγάλη πλειοψηφία πολιτών καταδίκασε και καταδικάζει τη μισαλλοδοξία», συμπλήρωσε.
«Η πρωτοβουλία μας στο όνομα της ισότητας των πολιτών παρέχει σε όλους και σε όλες το δικαίωμα του πολιτικού γάμου μαζί με τις υποχρεώσεις που απορρέουν. Διαφυλάσσει τα δικαιώματα των παιδιών. Τόσο απλά και τελικά τόσο ανθρώπινα», υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης.
«Θα ήταν πολύ εύκολο να αναλωθούμε σε μία ακόμα αντιπαράθεση. Τα θέματα δικαιωμάτων όμως είναι θέματα αρχής. Δεν πρέπει να τίθενται στην κομματική διελκυστίνδα. Το ίδιο αντιπαραγωγικό θα ήταν να καυτηριάσω την αντίπαλη άποψη. Θέλησα εξ αρχής ο συγκεκριμένος διάλογος να μη φορτιστεί πολιτικά», συνέχισε.
«Αυτό το κόμμα που περπατά σταθερά στο δρόμο του κράτους δικαίου και της ισονομίας. Αναγνωρίζεται και διεθνώς. Τι έχετε να πείτε για το γεγονός ότι το Economist κατέταξε την Ελλάδα στην 20η θέση παγκοσμίως στο δείκτη δημοκρατίας; Αυτά γιατί δεν τα λέτε στο ευρωκοινοβούλιο όπου πάνε οι ευρωβουλευτές σας και ασχημονούν και το μόνο που κάνουν είναι να ψηφίζουν ψηφίσματα κατά της χρηματοδότησης της πατρίδας; Θα μας κουνάτε το δάκτυλο και για το κράτος δικαίου…», ανέφερε και υπογράμμισε ότι «οι περισσότεροι Έλληνες παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε είναι περήφανοι για την πατρίδα τους και χαρούμενοι που κινούμαστε σε ένα ρεύμα προόδου».
Ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι τα θέματα αυτά δεν προσφέρονται για δημαγωγία. «Θα ήταν καλό να θυμηθούμε ότι η δική μας παράταξη υπερψήφισε την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή το 2002», επαναλαμβάνοντας ότι δεν αφορά το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.
Απευθυνόμενος στη ΛΟΑΤΚΙ+κοινότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε μεταξύ άλλων ότι αναγνωρίζω απόλυτα τι έχουν περάσει, τι πέρασαν και τι περνούν, κρυμμένοι, καταπιεσμένοι, πολιορκημένοι, θεωρούνταν τα παιδιά ενός κατώτερου θεού ενώ το στίγμα τους έγινε διπλό με τον HIV τη δεκαετία του ’80.
Έκανε λόγο για κίνηση που ενισχύει εσωτερική συνοχή της κοινωνίας και εξέφρασε την άποψη ότι για κάθε κάθε δημοκράτη πολίτη η σημερινή είναι μέρα χαράς.
«Κλείνω επικαλούμενος και σε όσους ανησυχούν από το δικό μας χώρο για τον πυρήνα της ιδεολογίας μας. Να μας θυμίσω τι έλεγε η δική μας ιδρυτική διακήρυξη. Να θεωρεί πάντα όλους τους πολίτες ίσους απέναντι στο νόμο και με ίσα δικαιώματα. Να συντηρεί μόνο όσα ο χρόνος απέδειξε χρήσιμα. Να προχωρά στις νέες συνθήκες. Μπορούμε να συναντηθούμε όλες οι δυνάμεις του δημοκρατικού εκσυγχρονισμού και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού με την τελική ψήφο μας να δίνει και το μέτρο της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η στάση μας αποκτά ένα βάρος ιστορικό και γι’ αυτό σας καλώ να τη μετατρέψουμε σε μήνυμα αλήθειας και κατανόησης στη θέση των μύθων και της παρανόησης».
Οι τοπθετήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη:
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι βουλευτές,είμαστε εδώ σήμερα για να αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί, με ευθύνη, μία υπαρκτή κοινωνική πραγματικότητα, αίροντας, με τόλμη, μία σοβαρή για τη δημοκρατία μας ανισότητα.
Είμαστε εδώ σήμερα για να προστατεύσουμε αυτονόητα δικαιώματα παιδιών με την «ασπίδα» των γονιών τους και με μία αναγκαία προσθήκη στο Οικογενειακό Δίκαιο να αποδώσουμε επιτέλους δικαιοσύνη και στην καθημερινότητα συμπολιτών μας του ιδίου φύλου.
Γιατί η μεταρρύθμιση, την οποία νομοθετούμε σήμερα, σχετικά με την ίση πρόσβαση στον πολιτικό γάμο, κάνει τη ζωή αρκετών συμπολιτών μας πολύ καλύτερη, χωρίς -το τονίζω αυτό- να στερεί τίποτα από τη ζωή των πολλών. Είναι κάτι το οποίο προβλέπει το Σύνταγμά μας, είναι κάτι το οποίο απαιτεί το ίδιο το πολίτευμά μας ώστε να καταστούν επιτέλους «ορατοί» γύρω μας άνθρωποι ως τώρα «αόρατοι». Και, μαζί τους, πολλά παιδιά να βρουν επιτέλους τη θέση που τους ταιριάζει, δίπλα σε όλα τα άλλα.
Αυτά, άλλωστε, βρίσκονται στο κέντρο του ενδιαφέροντος του νομοσχεδίου, καθώς και οι δύο γονείς των ομόφυλων ζευγαριών δεν έχουν ακόμα νομικά τις ίδιες δυνατότητες να προσφέρουν στα παιδιά τους αυτά που χρειάζονται: να μπορούν να τα παίρνουν από το σχολείο, να μπορούν να συνταξιδεύουν, να πηγαίνουν στον γιατρό ή στο νοσοκομείο όποτε χρειάζεται. Και αν, ο μη γένοιτο, ο μόνος αναγνωρισμένος γονέας χαθεί, τότε εκείνα υποχρεωτικά να οδηγούνται προς έναν άγνωστο μακρινό συγγενή ή ακόμα χειρότερα σε κάποιο ίδρυμα προς αναδοχή. Όλα αυτά χωρίς, επίσης, να μπορούν να κληρονομήσουν τους ανθρώπους που τα μεγάλωσαν, ούτε βέβαια και να εξασφαλίζονται με διατροφή και μέριμνα στην περίπτωση που οι γονείς χωρίσουν.
Αυτό το κενό, λοιπόν, ερχόμαστε και καλύπτουμε, επιτρέποντας ταυτόχρονα σε όλους, αν το επιθυμούν, να σφραγίσουν θεσμικά τη σχέση τους με μία τελετή στο Δημαρχείο, όπως ακριβώς το κάνουν και τα ετερόφυλα ζευγάρια.
Πρόκειται για ένα ζήτημα στο οποίο δοκιμάζεται, ναι, η ευαισθησία των περισσότερων απέναντι στους λιγότερους, όπως ακριβώς το θέλει μια συμπεριληπτική κοινωνία όπου ζυγίζεται τελικά η δύναμη της δημοκρατίας μας να ενσωματώνει ισότιμα τον κάθε πολίτη της. Αλλά εκεί που κρίνεται και η ικανότητα της δικής μας δημοκρατίας να εκσυγχρονίζει τον βηματισμό της και να τον συντονίζει με θεσμούς δοκιμασμένους, που ήδη ισχύουν σε 36 χώρες της Ευρώπης και του κόσμου.
Πλέον είναι γνωστό ότι στο πέρασμα της Ιστορίας και η ίδια η οικογένεια, ως κόμβος της διαπροσωπικής αλλά και της συλλογικής ζωής, ακολουθεί και αυτή με τη σειρά της τις εποχές. Μπορεί να προέκυψε η κλασική οικογένεια, όπως τη γνωρίζουμε, πριν από χιλιάδες χρόνια, με σκοπό την τεκνοποίηση και την καθιέρωση της πατρότητας ως πυρήνα τότε των φύλων, μορφές ωστόσο της οικογένειας ανέκαθεν άλλαζαν, με βάση τις μεταβολές στην κοινωνία, στην ηθική, στην πολιτισμική πρόοδο.
Και φτάνουμε έτσι στις μέρες μας. Αναρωτήθηκε -και σωστά- ο Υπουργός Επικρατείας στην πρώτη πρόταση της ομιλίας του: «Γιατί παντρευόμαστε; Τι είναι τελικά ο γάμος;». Ο γάμος δεν είναι τίποτα άλλο από το επιστέγασμα της αγάπης δύο ανθρώπων που επιλέγουν να συμπορευτούν δεσμευόμενοι ενώπιον του εαυτού τους, του κράτους αλλά και του κοινωνικού συνόλου.
Γι’ αυτό και τα νομικά συστήματα προσαρμόζονται διεθνώς, απαντώντας σε σύγχρονα πρακτικά ζητούμενα. Αναφέρω ενδεικτικά: περιουσιακά και κληρονομικά δικαιώματα, ζητήματα ιθαγένειας, ζητήματα εγκατάστασης σε μια άλλη χώρα, ζητήματα εργασιακά και φορολογικά. Όπως και επιλογές, βέβαια, πιο συμβολικές, που γίνονται ωστόσο κοινωνικά προωθητικές όταν αναγνωρίζουν σχέσεις ειλικρινείς και αληθινές.
Η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση, λοιπόν, είναι και χρήσιμη αλλά και αναγκαία. Όσο χρήσιμο και αναγκαίο είναι ακόμα και σήμερα, μετά από εκτεταμένη δημόσια διαβούλευση, να εξηγηθεί ακόμα μια φορά το περιεχόμενό της, το οποίο περιεχόμενό της και τώρα εξακολουθεί, δυστυχώς, να θολώνει από διακινούμενους μύθους και υπερβολές -και δεν αναφέρομαι στην καλοπροαίρετη κριτική η οποία ασκείται σε αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία.
Ξαναλέω λοιπόν ότι, πρώτον, επεκτείνουμε με το νομοσχέδιο αυτό τα δικαιώματα των παιδιών και σε εκείνα που υπάρχουν, που ζουν ήδη με ομόφυλα ζευγάρια. Δεν μεταβάλλουμε καθόλου το ισχύον πλαίσιο της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και ούτε βέβαια καθιερώνουμε «Γονέα 1» και «Γονέα 2».
Δεύτερον, ο νόμος τον οποίο παρουσιάζουμε και προτείνουμε στην Εθνική Αντιπροσωπεία εξισώνει τους πολίτες απέναντι στον πολιτικό γάμο. Επαναλαμβάνω: απέναντι στον πολιτικό γάμο. Διότι ο θρησκευτικός γάμος αποτελεί θρησκευτικό μυστήριο και αποκλειστική υπόθεση της Εκκλησίας, τις θέσεις της οποίας η Πολιτεία ασφαλώς και σέβεται, με βάση όμως πάντα τους διακριτούς ρόλους των δύο θεσμών.
Το κράτος οφείλει να προχωρεί και στις δικές του ενέργειες με πυξίδα την ισότητα απέναντι στον νόμο. Ορκιστήκαμε στο Σύνταγμα να υπηρετούμε το γενικό καλό του ελληνικού λαού. «Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ». Ή, για να το πω λαϊκά: ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς. Και σε άλλες περιπτώσεις, άλλωστε, με την Εκκλησία είχαμε διαφορετικές οπτικές, για την επιλογή της αποτέφρωσης πιο πρόσφατα. Ακόμα και για την καθιέρωση του ίδιου του πολιτικού γάμου παλαιότερα διαφωνήσαμε.
Εξελίξεις, όμως, και τομές σημαντικές που αποδείχθηκε πως τελικά δεν διατάραξαν την κοινωνική συνοχή. Αποτελούν πλέον αποδεκτά λειτουργικά στοιχεία της καθημερινότητάς μας. Και, βέβαια, δεν διατάραξαν τελικά ούτε τις σχέσεις μας με την Εκκλησία. Το ίδιο θα συμβεί και τώρα.
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, μπορεί πράγματι όσα συζητούμε σήμερα να προκάλεσαν τίτλους δυσανάλογους με το αληθινό τους μέγεθος, με την επικαιρότητα να προβάλλει συχνά τη συζήτηση γύρω από τον γάμο, συχνά σε αναντίστοιχη θέση με άλλα ζητούμενα.
Ανεξάρτητα όμως με αυτό, η συγκυρία έδωσε την ευκαιρία να ακουστούν πολλές απόψεις. Να ακουστούν απόψεις ειδικών, αλλά κυρίως να ακουστούν οι απόψεις που δεν είχαν ακουστεί μέχρι σήμερα και οι ιστορίες κυρίως, όχι οι απόψεις, τα προσωπικά βιώματα των ίδιων των ομόφυλων οικογενειών, των παιδιών που μεγαλώνουν σήμερα σε αυτό το περιβάλλον.
Είναι, πιστεύω, απόψεις, γνώμες και εμπειρίες που παρείχαν σε όλους μας χρήσιμες διευκρινίσεις και οδήγησαν τελικά σε πολλές συγκλίσεις. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο ότι στο νομοσχέδιο αυτό τελικά συμφωνεί η πλειονότητα των πολιτών, όπως τουλάχιστον αυτή εκφράζεται στο Εθνικό Κοινοβούλιο.
Ενώ από την άλλη πλευρά, ναι, είναι αλήθεια ότι υπάρχουν επιφυλάξεις, οι οποίες διατρέχουν οριζόντια όλα τα κόμματα. Γι’ αυτό και, έστω και τώρα, καθώς σιγά-σιγά πλησιάζουμε στο τέλος της συζήτησης, είναι καλό να εξηγηθούν για ακόμα μια φορά προβλέψεις του νομοσχεδίου και σίγουρα να απαντηθούν και εύλογες ανησυχίες. Τις οποίες, ωστόσο, εύλογες ανησυχίες θέλω να τις διαχωρίσουμε από τις παράλογες κατηγορίες και κυρίως από το λόγο της μισαλλοδοξίας, που δυστυχώς ακούστηκε και σε αυτή την αίθουσα.
Μία από αυτές τις εύλογες ανησυχίες ισχυρίζεται ότι οι αλλαγές τις οποίες σήμερα συζητούμε θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν μέσα από το ισχύον σύμφωνο συμβίωσης. Τότε, όμως, όπως εξήγησε, πιστεύω πολύ κατατοπιστικά, και ο Υπουργός Επικρατείας κ. Σκέρτσος, το μόνο το οποίο θα κάναμε θα ήταν να δημιουργήσουμε ουσιαστικά δύο παρεμφερείς θεσμούς με νέες ανισότητες, για τους οποίους θα έπρεπε να προβλέπουμε νέες ειδικές προβλέψεις. Προκαλώντας μια σειρά από αλυσιδωτές νομικές αντιφάσεις με βάση τη δομή που ιστορικά έχει λάβει το οικογενειακό δίκαιο στην Ελλάδα. Και, μη το ξεχνάμε: το Σύμφωνο, το οποίο εγώ προσωπικά είχα ψηφίσει λίγους μήνες πριν εκλεγώ Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, αποτελεί μία χαλαρή σύμβαση η οποία λύνεται μονομερώς με μία δήλωση.
Αλλά και το δεύτερο επιχείρημα, εκείνο το οποίο διακινείται γύρω από τη τεκνοθεσία, έχει κι αυτό σαθρά θεμέλια. Πρώτον, το επαναλαμβάνω, το νομοσχέδιο δεν αναφέρεται καθόλου στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Εκεί το καθεστώς μένει το ίδιο, όπως ακριβώς το ίδιο μένει και το καθεστώς της υιοθεσίας, με πολύ αυστηρές προδιαγραφές για το πώς κάποιος θα γίνει τελικά υποψήφιος γονέας.
Είναι λάθος, λοιπόν, να κατασκευάζονται ψεύτικοι στόχοι μόνο και μόνο για να επιτεθούν σ’ αυτούς κάποιοι με τα δικά τους πυρά. Έτσι, θα έλεγα ότι αποδεικνύονται τελείως άσφαιρες και οι προαποφασισμένες βολές τους.
Πάντως αυτό είναι το λιγότερο, το σημαντικότερο είναι να γνωρίζουν οι πολίτες ακριβώς τι ψηφίζουμε σήμερα, κάτι στο οποίο θεωρώ ότι βοηθά ουσιαστικά η σημερινή κοινοβουλευτική διαδικασία. Μια διαδικασία με την οποία κορυφώνεται ένας ευρύς διάλογος, μία μακρά διαδικασία επώασης δημόσιου διαλόγου, πολλών συζητήσεων -στη δημόσια διαβούλευση κατατέθηκαν πάνω από 7.000 σχόλια και παρατηρήσεις.
Είναι, όμως, ένας διάλογος που, επαναλαμβάνω, φιλοξένησε ίσως για πρώτη φορά τις φωνές των ιδίων των ενδιαφερόμενων, αλλά και τα συμπεράσματα επιστημόνων που έχουν μελετήσει διεξοδικά τη διαχρονική εξέλιξη της οικογένειας. Αυτές οι μελέτες, αν τις διαβάσει κανείς αναλυτικά, απαντούν πλέον σε κάθε καλοπροαίρετη -επαναλαμβάνω- ένσταση γύρω από τα παιδιά.
Κατανοώ απόλυτα όσους έχουν στο μυαλό τους την παραδοσιακή έννοια της οικογένειας και μπορεί να ανησυχούν ή μπορεί να προβληματίζονται για την πιθανή αρνητική αντιμετώπιση των παιδιών που μεγαλώνουν σε ομόφυλες οικογένειες στο σχολείο, σε καιρούς που εντείνεται η βία μεταξύ των ανηλίκων. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει τώρα; Δεν είναι μια πραγματικότητα με τις υπάρχουσες διακρίσεις; Ακριβώς αυτές τις διακρίσεις ερχόμαστε εδώ να άρουμε.
Σήμερα πια -και θέλω να το τονίσω αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιατί αυτό δεν επιδέχεται καμίας αμφισβήτησης, μας το είπαν όλοι ανεξαιρέτως οι επιστημονικοί φορείς οι οποίοι ήρθαν στη Βουλή- έχουμε αναμφισβήτητα εμπειρικά δεδομένα, τα οποία υπερβαίνουν τις υποκειμενικές μας πεποιθήσεις. Ξέρουμε ότι ευτυχισμένα παιδιά μπορούν να μεγαλώνουν και με γονείς του ιδίου φύλου, καθώς η φύση -και όχι εκείνοι- όρισε τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Ενώ από την άλλη περιβάλλονται με την ίδια αγάπη που τυπικά διαθέτει και η πυρηνική οικογένεια. Αυτό λοιπόν που αποδεδειγμένα κάνει τη διαφορά είναι η αγάπη, η ασφάλεια, η στοργή μέσα σε ένα σπιτικό και όχι η μορφή του. Το μοντέλο δεν είναι ένα.
Έλεγε η μακαρίτισσα η μητέρα μου, κι είχε πολύ δίκιο, ότι «κανείς δεν έπαθε ποτέ τίποτα από πολλή αγάπη». Κανείς. Θα έλεγα μάλιστα να το σκεφτούμε αυτό, αν αναλογιστούμε ότι και σήμερα υπάρχουν οικογένειες που υπάρχει ένας γονέας, μονογονεϊκές, διαζευγμένες οικογένειες.
Θυμάστε πριν από 20, 30 χρόνια, όταν μεγαλώναμε εμείς και χώριζε ένα παιδί, την προκατάληψη με την οποία αντιμετωπίζαμε το παιδί αυτό; Και σήμερα, δυστυχώς, το διαζύγιο είναι μια πραγματικότητα. Υπάρχουν οικογένειες που μεγαλώνουν τα παιδιά με τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους.
Η λύση, λοιπόν, δεν βρίσκεται στην τυφλή άρνηση καταστάσεων και πραγματικότητας που ήδη υπάρχει, όσο στην άρση των αρνητικών επιπτώσεων που τη συνοδεύουν. Διαφορετικά, το μόνο το οποίο θα κάναμε είναι να διαμορφώσουμε μια πραγματικότητα στην οποία θα υπήρχαν πολίτες διαφορετικών ταχυτήτων, διαιωνίζοντας ένα στίγμα το οποίο δεν ταιριάζει ούτε στη δημοκρατία μας, ούτε στον πολιτισμό μας. Γι’ αυτό και οι μεταρρυθμίσεις στον άδικο διαχωρισμό αντιτάσσουν τελικά πάντα τον δίκαιο εκσυγχρονισμό.
Όσο για εκείνους που θεωρούν τη συντηρητική σκέψη ως αποκλειστικό τους προνόμιο, θα πω ένα πράγμα: να μην συγχέουμε τη συντήρηση με την οπισθοδρόμηση. Γιατί η συντήρηση αξιών που πρέπει να συντηρηθούν αποτελεί τελικά συστατικό στοιχείο της εξέλιξης, όχι προϊόν μιας κοινωνικής μηχανικής ή καθήλωσης. Είναι η μετατροπή της συντήρησης σε ακίνητο σύνθημα που μετατρέπει τελικά τη συντήρηση σε δόγμα. Αυτή η διαφορά είναι ακριβώς που κάνει τη δική μας συντηρητική παράταξη τελικά αληθινά προοδευτική.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να θυμίσω ότι αυτό το νομοσχέδιο έρχεται και κάνει πράξη πολύ συγκεκριμένες δεσμεύσεις οι οποίες συμπεριλαμβάνονται στο προεκλογικό πρόγραμμα της κυβέρνησης. Είναι ένα ακόμα σημαντικό βήμα διεύρυνσης των ατομικών δικαιωμάτων, στον δρόμο πολλών εθνικών σχεδίων δράσης για τους ευάλωτους, για τα άτομα με αναπηρία, για τις γυναίκες, για τα παιδιά, όσο φυσικά και για τους ΛΟΑΤΚΙ+ συμπολίτες μας.
Η στρατηγική αυτή εκπονήθηκε το 2021, με 20 πολιτικές να έχουν ήδη εφαρμοστεί: την ποινικοποίηση των λεγόμενων «θεραπειών μεταστροφής», την κατάργηση της τόσο αναχρονιστικής -πρωτόγονης, θα έλεγα- απαγόρευσης αιμοδοσίας σε ομοφυλόφιλους, τη μάχη κατά του bullying στο σχολείο η οποία είναι συνεχής, την ένταξη και συμμετοχή διεμφυλικών ατόμων στα κρατικά προγράμματα απασχόλησης.
Ναι, ήταν τελικά η μεγάλη κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία που έκανε πράξη αυτές τις μεταρρυθμίσεις. Αυτό το κόμμα, το οποίο περπατά σταθερά στο δρόμο του κράτους δικαίου και της ισονομίας, είναι κάτι το οποίο, ναι, αναγνωρίζεται πλέον και διεθνώς.
Επειδή άκουσα κάτι σχόλια, σπεύσατε να εκφράσετε την αγανάκτησή σας και σε διάφορες ομιλίες για το καθεστώς του κράτους δικαίου στην πατρίδα μας, τι έχετε να πείτε, κυρίες και κύριοι της αντιπολίτευσης, για το γεγονός ότι το περιοδικό εκείνο το οποίο είναι περισσότερο ταυτισμένο από οποιοδήποτε άλλο ως θεματοφύλακας του κράτους δικαίου και της φιλελεύθερης δημοκρατίας, το «Economist», κατέταξε την Ελλάδα στην 20η θέση παγκοσμίως ως προς τον Δείκτη Δημοκρατίας, αναβαθμίζοντάς την για πρώτη φορά από το 2010 σε «ώριμη Δημοκρατία»;
Αυτά γιατί δεν τα λέτε στο Ευρωκοινοβούλιο όπου πάνε οι ευρωβουλευτές σας και ασχημονούν κατά της πατρίδας; Όταν πληρώνονται από τον Έλληνα φορολογούμενο και το μόνο που ξέρουν να κάνουν είναι να υπερψηφίζουν ψηφίσματα για να κοπούν ευρωπαϊκά χρήματα. Αυτά δεν τα λέτε, όμως. Εδώ, λοιπόν, για τα πρακτικά, κ. Φάμελλε. Να μας κουνάτε το δάχτυλο και για το κράτος δικαίου. Πάλι καλά που δεν βλέπω στην αίθουσα τους μεγάλους πρωταγωνιστές των δικών σας ημερών.
Άρα δεν χρειάζεται, νομίζω, να πούμε περισσότερα για τη στάση της αντιπολίτευσης στο θέμα αυτό. Νομίζω ότι οι περισσότεροι Έλληνες, παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, είναι τελικά περήφανοι για την πατρίδα τους και χαρούμενοι που κινούμαστε σε ένα δρόμο προόδου.
Γιατί είναι ένα ισχυρό ρεύμα αυτό το οποίο υποδέχεται τελικά σήμερα και την ουσία των αλλαγών τις οποίες θα νομοθετήσουμε, αποδεικνύοντας παράλληλα ότι η κοινωνία διαθέτει πολύ μεγαλύτερη ωριμότητα, πολύ μεγαλύτερη νηφαλιότητα από αρκετά κόμματα και αρκετούς πολιτικούς.
Η κοινωνία, άλλωστε, έχει επανειλημμένα εκφράσει τις ανοιχτές της αντιλήψεις. Από το 1946, επαναλαμβάνω, το 1946, επιτρέπεται σε μόνο γονέα, σε μόνο πατέρα και προφανώς μόνη μητέρα, μόνη γυναίκα, να υιοθετήσει παιδί. Γνωρίζουμε καλά ότι τα θέματα αυτά δεν προσφέρονται για δημαγωγία.
Το ίδιο ισχύει και για το ζήτημα το οποίο συζητήθηκε εκτενώς και αναφέρομαι στην παρένθετη κύηση που, θα το ξαναπώ, είναι ένα θέμα το οποίο δεν έχει καμία σχέση με το νομοσχέδιο. Είναι μία διαδικασία η οποία αφορά αποκλειστικά γυναίκες με ιατρικό πρόβλημα και πραγματοποιείται μόνο με δικαστική άδεια.
Θα ήταν καλό βέβαια να θυμηθούμε -και αναφέρομαι και στους συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας-, ότι η δική μας παράταξη, ναι, υπερψήφισε την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή το 2002. Με ένα σύγχρονο πλαίσιο μάλιστα, που προσάρμοσαν διαδοχικά κυβερνήσεις και το 2005, και το 2014, και το 2022.
Στις μέρες μας, λοιπόν, δεν επιτρέπεται να αγνοούνται ούτε οι αντιφάσεις οι οποίες έχουν διαμορφωθεί στην αληθινή ζωή. Όπως παιδιά, υπάρχουν σήμερα παιδιά -και αναφέρομαι στους υπερπατριώτες που έβγαλαν πύρινους λόγους κατά του συγκεκριμένου νομοσχεδίου- τα οποία γεννήθηκαν στο εξωτερικό από Έλληνες γονείς και δεν εγγράφονται στα ληξιαρχεία, δεν μπορούν να αποκτήσουν την ελληνική υπηκοότητα. Τι έχετε να πείτε σε αυτά τα παιδιά;
Είναι θέματα τα οποία μπορεί να είναι μεμονωμένα, ίσως να μην είχαν κεντρίσει το ενδιαφέρον του δημόσιου διαλόγου. Συνολικά όμως μια συμπεριληπτική πολιτεία πρέπει να τα προβλέπει.
Όπως είπα, λοιπόν, παρά τις εντυπώσεις οι οποίες προκλήθηκαν, η πρωτοβουλία μας είναι απλή και σαφής: στο όνομα της ισότητας των πολιτών παρέχει σε όλους και σε όλες το δικαίωμα του πολιτικού γάμου, μαζί με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτόν. Ενώ στο όνομα της προστασίας των παιδιών, διαφυλάσσει τα δικά τους δικαιώματα, ανεξάρτητα από τη μορφή του οικογενειακού τους πλαισίου.
Τόσο απλά, αλλά τελικά και τόσο ανθρώπινα. Γιατί η δημοκρατία προϋποθέτει θεσμούς που εξελίσσονται και ανταποκρίνονται διαρκώς στις ανάγκες της. Ενώ και η καθημερινή λειτουργία της απαιτεί να παραμένει ακέραιος ο ιστός της.
Θα ήταν πολύ εύκολο να αναλωθούμε σε αυτή την αίθουσα σε μία ακόμα αντιπαράθεση, όμως τα θέματα δικαιωμάτων -το είπε σωστά ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ- είναι θέμα αρχής, δεν πρέπει να τίθεται στην κομματική διελκυστίνδα. Το ίδιο αντιπαραγωγικό θα ήταν να καυτηριάσω σκληρά την αντίπαλη άποψη, τόσο για τις στρεβλώσεις στις οποίες καταφεύγει, όσο γιατί εκεί συναντώνται τα διαφορετικά άκρα του λαϊκισμού.
Θέλησα εξ αρχής ο συγκεκριμένος διάλογος να μην φορτιστεί πολιτικά, ώστε οι νέες διατάξεις να υπηρετούν τον τελικό στόχο με μέτρο και με ισορροπία. Όπως είπε και ο Υπουργός στην ομιλία του: «ένα βήμα τολμηρό, αλλά ένα βήμα όχι παράτολμο».
Για να το πω διαφορετικά: το νομοσχέδιο αυτό έχει την επιδίωξη να ενώσει και όχι να διχάσει. Νομίζω ότι οι πιο πολλοί πολίτες σε αυτή την λογική εντάσσονται, μακριά από εντάσεις που καταλήγουν γραφικές. Διότι, πράγματι, ψαλμοί με αριστερές γροθιές και προσευχές με αντικοινοβουλευτικά συνθήματα μάλλον δεν ταιριάζουν. Τέτοιες εκδηλώσεις κάνουν, δυστυχώς, πολύ παράδοξη την παράδοση και ευτυχώς όλο το τελευταίο διάστημα η κοινωνία μας απείχε από τέτοιες ακρότητες.
Υπήρξε ωριμότητα στη δημόσια συζήτηση και πιστεύω ότι είναι πολύ ενθαρρυντικό για το επίπεδο της κοινωνικής μας προόδου το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών καταδίκασε και καταδικάζει τη μισαλλοδοξία, γυρνώντας την πλάτη στις υπερβολές που ακούστηκαν.
Το σημερινό κλίμα, συνεπώς, είναι τελικά μία κατάκτηση ολόκληρης της κοινωνίας. Όπως και την κυβέρνηση, άλλωστε, την απασχολούν αυτή αλλά και άλλες προτεραιότητες, που αφορούν ενδεχομένως περισσότερους και περισσότερα: το κόστος των προϊόντων, τα μέτρα για τους αγρότες, η κατάσταση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, το στεγαστικό, οι αλλαγές στην παιδεία.
Αυτό δεν σημαίνει όμως, σε καμία περίπτωση, ότι δεν πρέπει να καταργούνται ανισότητες χτισμένες στο παρελθόν, με τομές ισοτιμίας που εκδηλώνονται στο παρόν. Αυτός είναι και ο λόγος που προχωρούμε στη σημερινή μεταρρύθμιση χωρίς χρονοτριβή. Όχι μόνο ως μια θεσμική συμβολή, ως μια αποδοχή της διαφορετικότητας, που σε μια δημοκρατική κοινωνία είναι και στοιχείο ανθεκτικότητας, αλλά και ως μια κίνηση που ενισχύει τελικά την εσωτερική συνοχή της κοινωνίας μας. Στην Ελλάδα που οραματιζόμαστε δεν πρέπει κανείς να αισθάνεται πολίτης δεύτερης κατηγορίας.
Επιτρέψτε μου να κλείσω με μια λίγο πιο προσωπική αναφορά. Έχω δεχθεί αμέτρητα μηνύματα από την ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα και απευθυνόμενος στα χιλιάδες μέλη της θέλω να πω ότι αναγνωρίζω απόλυτα τι έχουν περάσει, τι πέρασαν και τι περνούν στο πέρασμα πολλών γενεών. Κρυμμένοι όταν η ίδια η φύση τους αποτελούσε ποινικό αδίκημα. Καταπιεσμένοι από την οικογένεια, το κοινωνικό περιβάλλον στα χωριά και στις πόλεις τους. Πολιορκημένοι από πικρόχολα σχόλια και στερεότυπα.
Ήταν, ας μην κοροϊδευόμαστε, τα παιδιά ενός «κατώτερου θεού». Στη δεκαετία του ’80, δεκαετία που εγώ προσωπικά μεγάλωσα, ενηλικιώθηκα, τη θυμάμαι καλά, το στίγμα τους έγινε διπλό με την κατάρα του HIV. Για να γίνει τελικά διπλό και το περιθώριο της ζωής τους.
Για όλους αυτούς, λοιπόν, σήμερα αλλά και για κάθε δημοκράτη πολίτη η σημερινή μέρα είναι μέρα χαράς. Γιατί από αύριο ένας φραγμός ακόμα μεταξύ μας καταργείται, για να γίνει γέφυρα συνύπαρξης σε μια ελεύθερη πολιτεία με ελεύθερους πολίτες.
Κλείνω λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επικαλούμενος πρώτα -και σε όσους ανησυχούν από το δικό μας χώρο για τον πυρήνα της ιδεολογίας μας, να τους θυμίσω, να μας θυμίσω- τι έλεγε η δική μας η ιδρυτική διακήρυξη που γράφτηκε πριν από 50 χρόνια: «Να θεωρεί πάντα όλους τους πολίτες όχι μόνο ίσους απέναντι των νόμων αλλά και με ίσα δικαιώματα». «Να συντηρεί από την παράδοση» -έλεγε η δική μας ιδρυτική διακήρυξη- «μόνο όσα ο χρόνος απέδειξε χρήσιμα». Και, τέλος, «να προχωρά με τολμηρά και ασφαλή βήματα στις νέες και διαρκώς εξελισσόμενες συνθήκες».
Σ’ αυτή την κατεύθυνση θεωρώ, κυρίες και κύριοι, ότι μπορούμε να συναντηθούμε όλες οι δυνάμεις του δημοκρατικού εκσυγχρονισμού και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού. Με την τελική ψήφο μας να δίνει και το μέτρο της φιλελεύθερης δημοκρατίας, εντάσσοντας τον καθένα μας στο μέτωπο του χθες ή του αύριο και αποδεικνύοντας αν πραγματικά σε αυτή την αίθουσα θέλουμε να εκπροσωπούμε όλες τις Ελληνίδες και όλους τους Έλληνες.
Από την άποψη αυτή η στάση μας, η στάση της καθεμιάς και του καθενός ξεχωριστά, αποκτά ένα βάρος ιστορικό. Γι’ αυτό σας καλώ να τη μετατρέψουμε σε ένα μήνυμα αλήθειας και κατανόησης, στη θέση των μύθων και της παρανόησης, λέγοντας «ναι» στη δικαιοσύνη, «ναι» στην ισοτιμία, «όχι» στη μισαλλοδοξία, επιλέγοντας τον αρμονικό συγκερασμό από τον άγονο διαχωρισμό και τελικά τη δημιουργική ενότητα από την κάθε είδους τοξικότητα.
Σας καλώ αυτό το βήμα να το κάνουμε όλες και όλοι μαζί.
Σας ευχαριστώ.