11.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024

Σχολική Έρευνα ΕΠΙΨΥ: Για την επιθετικότητα και το bullying στα μικρά παιδιά

Σχολική Έρευνα ΕΠΙΨΥ: Η επιθετικότητα αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της εφηβείας και υπό προϋποθέσεις θεωρείται φυσιολογική. Η εμπλοκή σε βίαιους καυγάδες ωστόσο και η συμμετοχή σε εκφοβισμό άλλων εφήβων, ιδιαίτερα όταν επαναλαμβάνονται, αποτελούν ένδειξη ψυχοκοινωνικής παθολογίας. Οι δε επιπτώσεις τους για τους εφήβους που εμπλέκονται -είτε από την μεριά του θύτη είτε/και από εκείνη του θύματος- είναι σημαντικές και παραμένουν κατά την ενηλικίωση. Το 2022, πανελλήνιο αντιπροσωπευτικό δείγμα 6.250 μαθητών 11, 13 και 15 ετών που συμμετείχαν στη σχολική έρευνα του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ) με τίτλο «Πανελλήνια Έρευνα για τις Συμπεριφορές που Συνδέονται με την Υγεία των εφήβων-μαθητών» ρωτήθηκαν -μεταξύ άλλων- για την ενδεχόμενη εμπλοκή τους σε βίαιους καυγάδες και σε περιστατικά εκφοβισμού (bullying) στο σχολείο ή ηλεκτρονικά (cyber-bullying), καθώς και για τα είδη εκφοβισμού. Τα ευρήματα παρουσιάζονται εδώ για το σύνολο των μαθητών και ξεχωριστά για τα φύλα, τις ηλικιακές ομάδες 11, 13 και 15 και το οικονομικό επίπεδο της οικογένειας (χαμηλό, μέσο, υψηλό), για το 2022 (πιο πρόσφατη έρευνα) και -όπου είναι διαθέσιμα- διαχρονικά, ανά τετραετία, για την 24ετία 1998-2022.

bullying b

Σύνοψη των ευρημάτων

Εμπλοκή σε βίαιους καυγάδες: Σχεδόν ένας στους 3 (30,7%) εφήβους στην Ελλάδα έχει πρόσφατα εμπλακεί σε βίαιο καυγά—το 8,4% το έχει επαναλάβει τουλάχιστον 3 φορές. Τα ποσοστά εμπλοκής σε βίαιους καυγάδες στην Ελλάδα, αφ’ ενός είναι κοντά ή/και χαμηλότερα από τον μέσο όρο των χωρών που συμμετέχουν στο ίδιο ερευνητικό πρόγραμμα διεθνώς, αφ΄ετέρου, όπως παρατηρείται και αλλού, μειώνονται διαχρονικά. Σύμφωνα με τις αναλύσεις, οι 15χρονοι έφηβοι που έχουν πρόσφατα εμπλακεί σε βίαιο καυγά στην Ελλάδα είναι πιθανότερο να είναι αγόρια, να ανήκουν σε αναδομημένες οικογένειες, να ασκούνται συχνά σωματικά, να καταναλώνουν συχνά ενεργειακά ποτά, να κοιμούνται λιγότερο (κορίτσια), να καπνίζουν/ ατμίζουν, να έχουν κάνει χρήση κάνναβης, να έχουν ήδη ολοκληρωμένη σεξουαλική επαφή, να ‘το έχουν σκάσει’ από το σπίτι και να έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας—στο προφίλ των εφήβων αυτών τείνουν επίσης να υπάρχουν το άγχος, η ‘κοπάνα’ από το σχολείο, η χαμηλή υποστήριξη από το φιλικό περιβάλλον κι η άποψη ότι η περίοδος του COVID-19 είχε αρνητικό αντίκτυπο στη ζωή τους.

Σχολικός εκφοβισμός και ηλεκτρονικός εκφοβισμός (cyber-bullying): Ένας στους 8 (12,1%) εφήβους στην Ελλάδα έχει πολύ πρόσφατα συμμετάσχει σε εκφοβισμό άλλου/ης μαθητή/ριας και σε ποσοστό 7,1% έχουν κάνει ηλεκτρονικό εκφοβισμό. Επιπλέον, σχεδόν ένας στους 4 (22,1%) αναφέρει ότι υπήρξε θύμα εκφοβισμού στο σχολείο και ένας στους 10 (9,5%) ηλεκτρονικά. Τα είδη εκφοβισμού που αναφέρονται συχνότερα από τα θύματα σχολικού εκφοβισμού είναι η διάδοση ψεμάτων και φημών, ο αποκλεισμός από παρέες και δραστηριότητες και τα προσβλητικά ή υποτιμητικά αστεία, σχόλια ή χειρονομίες σεξουαλικού περιεχομένου. Σε χαμηλότερα ποσοστά αναφέρεται θυματοποίηση μέσω σωματικής βίας ή με τη μορφή άσχημων χαρακτηρισμών για την εθνικότητα ή τη θρησκεία. Όπως και με τους βίαιους καυγάδες, τα αγόρια είναι σε υψηλότερο ποσοστό θύτες εκφοβισμού, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού—ωστόσο τα θύματα εκφοβισμού είναι εξίσου αγόρια και κορίτσια. Τα ποσοστά εκφοβισμού (οποιασδήποτε μορφής) είναι στην Ελλάδα χαμηλότερα του μέσου όρου διεθνώς, ενώ στην περίπτωση του σχολικού εκφοβισμού παρουσιάζει επιπλέον μείωση την τελευταία 12ετία. Ωστόσο, αυξάνεται την τελευταία 8ετία το ποσοστό της θυματοποίησης στο σχολείο ενώ, επιπλέον από το 2018 στο 2022 έχει διπλασιαστεί και το ποσοστό των θυτών και των θυμάτων ηλεκτρονικού εκφοβισμού. Σε συνδυασμό, τα παραπάνω καταδεικνύουν τη σημασία της ενίσχυσης των παρεμβάσεων που γίνονται στα σχολεία, αλλά και της δουλειάς ξεχωριστά με τα παιδιά και τους γονείς τους για την καλλιέργεια δεξιοτήτων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη χρήση των ψηφιακών μέσων επικοινωνίας.

Τα κύρια ευρήματα της έρευνας

Το 2022, μεταξύ των εφήβων ηλικίας 11, 13 και 15 ετών, στην Ελλάδα:

  • Σχεδόν ένας στους 3 (30,7%) αναφέρει ότι έχει εμπλακεί πρόσφατα (κατά τη διάρκεια των 12 μηνών πριν τη διεξαγωγή της έρευνας) σε βίαιο καυγά—για το 8,4% συνέβη τουλάχιστον 3 φορές κατά την ίδια περίοδο.
  • Ένας στους 8 (12,1%) έχει ο/η ίδιος/ια πολύ πρόσφατα (τους τελευταίους 2 μήνες) συμμετάσχει σε εκφοβισμό κάποιου/ας άλλου/ης μαθητή/ριας στο σχολείο. Ένας στους 14 (7,1%) έκανε ηλεκτρονικό εκφοβισμό το 2,6% το επανέλαβαν τουλάχιστον 2 φορές το μήνα.
  • Σχεδόν ένας στους 4 (22,1%) βίωσε πολύ πρόσφατα (τους τελευταίους 2 μήνες) εκφοβισμό στο σχολείο. Κατά την ίδια περίοδο θύμα ηλεκτρονικού εκφοβισμού υπήρξε ένας στους 10 (9,5%) εφήβουςτο 2,9% αναφέρουν ότι το παραπάνω συνέβη τουλάχιστον 2 φορές το μήνα.
  • Το είδος του εκφοβισμού που οι έφηβοι αναφέρουν συχνότερα ότι βίωσαν ως θύματα είναι η διάδοση ψεμάτων και φημών (22,1%) και τα προσβλητικά/υποτιμητικά πειράγματα (22,0%), ενώ ακολουθούν ο αποκλεισμός από παρέες και δραστηριότητες (18,3%) και τα αστεία, σχόλια ή χειρονομίες σεξουαλικού περιεχομένου (13,1%). Σε χαμηλότερα ποσοστά αναφέρονται η χρήση σωματικής βίας (6,7%) και οι άσχημοι χαρακτηρισμοί για την εθνικότητα (7,5%) και τη θρησκεία (5,6%).

bullying c

Φύλο

  • Τα αγόρια αναφέρουν σε υψηλότερο ποσοστό εμπλοκή σε βίαιους καυγάδες και συμμετοχή ως θύτες σε σχολικό και ηλεκτρονικό εκφοβισμό. Τα φύλα δεν διαφέρουν, ωστόσο, ως προς το ποσοστό εκείνων που υπέστησαν εκφοβισμό. Ως θύματα, τα αγόρια αναφέρουν σε υψηλότερο ποσοστό βιώματα σωματικής βίας, άσχημων χαρακτηρισμών για την εθνικότητα και τη θρησκεία τους και αστείων, σχολίων ή χειρονομιών σεξουαλικού περιεχομένου.

Ηλικία

  • Με την ηλικία (από τα 11, στα 13 και ακολούθως στα 15 έτη) μειώνεται το ποσοστό των εφήβων που αναφέρουν ότι ενεπλάκησαν πρόσφατα σε βίαιους καυγάδες. Εντούτοις, οι 3 ηλικιακές ομάδες δεν διαφέρουν ως προς την επανειλημμένη (≥3 φορές) εμπλοκή σε βίαιη συμπεριφορά.
  • Οι τρεις ηλικιακές ομάδες δεν διαφέρουν ως προς το ποσοστό εκείνων που αναφέρουν πρόσφατη συμμετοχή σε εκφοβισμό άλλων μαθητών, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού. Ωστόσο, οι 13χρονοι αναφέρουν σε υψηλότερο ποσοστό ότι υπέστησαν σχολικό εκφοβισμό.
  • Συγκριτικά με τους 15χρονους, οι 11χρονοι ως θύματα αναφέρουν σε υψηλότερο ποσοστό βιώματα σωματικής βίας, αποκλεισμού από παρέες και δραστηριότητες και λεκτικών προσβλητικών/υποτιμητικών πειραγμάτων.

Οικονομικό επίπεδο οικογένειας

  • Οι έφηβοι από οικογένειες υψηλότερου οικονομικού επιπέδου αναφέρουν σε υψηλότερο ποσοστό ότι ενεπλάκησαν πρόσφατα σε βίαιους καυγάδες.
  • Δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ των τριών οικονομικών επιπέδων αναφορικά με τον σχολικό εκφοβισμό. Ωστόσο, οι έφηβοι από οικογένειες υψηλότερου οικονομικού επιπέδου αναφέρουν σε υψηλότερο ποσοστό (συγκριτικά με τους εφήβους οικογενειών μέσου οικονομικού επιπέδου) ότι ασκούν σε άλλους ηλεκτρονικό εκφοβισμό.
  • Οι έφηβοι από οικογένειες χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου αναφέρουν σε υψηλότερα ποσοστό (συγκριτικά με τους ομοτίμους τους από οικογένειες μέσου οικονομικού επιπέδου) ότι υπέστησαν εκφοβισμό με χρήση άσχημων χαρακτηρισμών για την εθνικότητα, τη φυλή και το χρώμα του δέρματος και τη θρησκεία τους.

bullying a

Διαχρονικές τάσεις

  • Την τελευταία 8ετία (2014-2022) μειώνεται σταδιακά το ποσοστό των εφήβων που αναφέρουν πρόσφατη εμπλοκή σε βίαιους καυγάδες, φτάνοντας το 2022 στην χαμηλότερη τιμή της τελευταίας 20ετίας.
  • Την τελευταία 12ετία (2006-2022) μειώνεται και το ποσοστό των εφήβων που αναφέρουν πολύ πρόσφατη συμμετοχή σε σχολικό εκφοβισμό—αν και την τελευταία τετραετία (2018-2022) η μείωση αυτή παρατηρείται μόνο στους 15χρονους. Έως και το 2014, μείωση παρουσίαζε και το ποσοστό εφήβων που είχαν πρόσφατα υποστεί εκφοβισμό στο σχολείο, αλλά έκτοτε ανακάμπτει με αποτέλεσμα το 2022 να είναι σημαντικά αυξημένο συγκριτικά με το 2014 και το 2018.
  • Την τελευταία 4ετία (2018-2022) έχει διπλασιαστεί το ποσοστό του ηλεκτρονικού εκφοβισμού και της θυματοποίησης μέσω των ψηφιακών μέσων επικοινωνίας.

Η Ελλάδα σε σύγκριση με τις άλλες χώρες

  • Σε όλους τους δείκτες της επιθετικής συμπεριφοράς και του εκφοβισμού, η Ελλάδα βρίσκεται κοντά ή/και κάτω από το μέσο όρο των συνολικά 41 χωρών που συμμετέχουν στο διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα HBSC/WHO.

Συντάκτης

Δείτε Επίσης

Τελευταία άρθρα