Το 2022 θεσπίστηκε ο Νόμος 4997 με τις ενιαίες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο για όλους τους ασφαλισμένους των φορέων κοινωνικής ασφάλισης που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ. Υπενθυμίζεται πως δεν παίζει ρόλο η ημερομηνία της πρώτης ασφάλισης. Από το τέλος του 2022 επομένως και συγκεκριμένα από τις 25/11 εφαρμόζονται καθολικά οι κανόνες συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο που ορίζονται στις εν λόγω διατάξεις.
Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023 διατηρείται η ισχύς των καταστατικών διατάξεων του τ. Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων για τους ασφαλισμένους του φορέα αυτού. Μετά το πέρας της μεταβατικής περιόδου, από 1η Ιανουαρίου 2024 εφαρμόζονται πλέον οι διατάξεις του νέου νόμου, ενώ και ειδικά για το χρονικό διάστημα από 1η Ιανουαρίου 2024 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2024 το ελάχιστο απαιτούμενο ποσοστό αναπηρίας των ίδιων ασφαλισμένων καθορίζεται σε πενήντα εννέα τοις εκατό (59%). Από 1η Ιανουαρίου 2025 και στον τ. ΟΓΑ θα ισχύουν οι ίδιες βαθμίδες αναπηρίας, όπως και στους άλλους ενταχθέντες φορείς.
ΑμεΑ: Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης από κοινή νόσο
Οι προϋποθέσεις που καθορίζουν το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας και πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά είναι:
- το ποσοστό αναπηρίας που προσδιορίζει τη βαθμίδα αναπηρίας,
- οι ελάχιστες ασφαλιστικές προϋποθέσεις,
- η διακοπή της βιοποριστικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου.
Ποσοστό αναπηρίας-βαθμίδες αναπηρίας
Οι ασφαλισμένοι του e-Ε.Φ.Κ.Α. δικαιούνται κύρια σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50%, που πιστοποιείται αποκλειστικά από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Κατ’ εξαίρεση, από 1η Ιανουαρίου 2024 -οπότε το εν λόγω άρθρο θα εφαρμόζεται πλέον και στους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α.- και μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2024 το ελάχιστο απαιτούμενο ποσοστό αναπηρίας των ασφαλισμένων αυτών καθορίζεται σε 59%.
Ποσοστό αναπηρίας που προσδιορίζεται αποκλειστικά από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.ΕΠ.Α.) και διακρίνεται:
- σε ποσοστό ιατρικής αναπηρίας, δηλαδή με βάση αμιγώς ιατρικά κριτήρια και
- σε ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας, δηλαδή ανάλογα με την επίδραση της αναπηρίας στην καθολική ικανότητα για άσκηση του συνήθους ή παρεμφερούς επαγγέλματος ή την ανάκτηση της ικανότητας αυτής.
Ποσοστό αναπηρίας που προσδιορίζεται από το αρμόδιο ασφαλιστικό Όργανο
Το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο δύναται (δεν υποχρεούται) να προσαυξήσει το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας που έχει προσδιορισθεί από το Κ.ΕΠ.Α. Η προσαύξηση αυτή εκτιμάται με βάση κριτήρια αγοράς εργασίας ή κοινωνικά, σύμφωνα με νόμο του 1951 (περ. α), β) και γ) της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951 (Α΄ 179), όπως ισχύει, περί του καθορισμού των βαθμίδων αναπηρίας. Ο τρόπος προσαύξησης του ποσοστού της ασφαλιστικής αναπηρίας καθορίζεται ανάλογα με την ημερομηνία πρώτης ασφάλισης, ως εξής:
- ασφαλισμένοι για πρώτη φορά πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993 (παλαιοί): το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας δεν μπορεί να ξεπερνά τις 17 αυτοτελείς (ακέραιες) ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια.
- ασφαλισμένοι για πρώτη φορά από την 1η Ιανουαρίπου 1993 και μετά (νέοι): το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας δεν δύναται να ξεπερνά τις 15 ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια.
Οι διατάξεις που καθορίζουν το μέγιστο συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας για τους παλαιούς και τους νέους ασφαλισμένους, είναι εφαρμοστέες τόσο από τις Υγειονομικές Επιτροπές ΚΕ.Π.Α. όσο και από τα ασφαλιστικά όργανα.