14.7 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Γερμανία: Πρόωρες εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου

Η Γερμανία εισέρχεται σε μια νέα πολιτική περίοδο με την ανακοίνωση των πρόωρων εκλογών για τις 23 Φεβρουαρίου 2025, μετά την κατάρρευση της τρικομματικής κυβέρνησης συνασπισμού υπό τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς (Σοσιαλδημοκράτες, Φιλελεύθεροι, Πράσινοι). Η κυβέρνηση έπεσε λόγω διαφωνιών σχετικά με τον προϋπολογισμό και τις οικονομικές πολιτικές, οι οποίες αποδείχθηκαν αξεπέραστες.

Η απόφαση για τις πρόωρες εκλογές ελήφθη μετά από έντονες συνομιλίες μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών του Σολτς και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία ηγείται από τους Χριστιανοδημοκράτες υπό τον Φρίντριχ Μερτς. Παράλληλα, η διαδικασία ψήφου εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο αναμένεται να καταλήξει στην καταψήφιση της κυβέρνησης Σολτς, με επακόλουθο την υποβολή αίτησης για διάλυση του κοινοβουλίου από τον πρόεδρο.

Η τρικομματική κυβέρνηση κατέρρευσε, καθώς οι διαφωνίες για το οικονομικό πρόγραμμα και τον προϋπολογισμό ήταν αξεπέραστες. Η γερμανική οικονομία αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, όπως η έλλειψη φθηνής ενέργειας μετά την ρήξη με τη Ρωσία, η πτώση της βαριάς βιομηχανίας, η περιορισμένη επένδυση και οι ανησυχίες για την ανταγωνιστικότητα, κυρίως λόγω της εντεινόμενης αντιπαλότητας με την Κίνα.

Μετά την αποπομπή του υπουργού Οικονομικών και επικεφαλής των Φιλελευθέρων, Κρίστιαν Λίντνερ, ο Σολτς ανακοίνωσε ότι θα ζητούσε ψήφο εμπιστοσύνης από το γερμανικό κοινοβούλιο στις 15 Ιανουαρίου. Ωστόσο, υπό την πίεση της αντιπολίτευσης και των οικονομικών παραγόντων, η διαδικασία επιταχύνθηκε, με την τελική ημερομηνία των εκλογών να ορίζεται στις 23 Φεβρουαρίου 2025.

Αυτό το πολιτικό αδιέξοδο δημιουργεί ένα κενό εξουσίας, το οποίο θεωρείται ότι μπορεί να επιδεινώσει την ήδη εξαιρετικά δύσκολη οικονομική κατάσταση της χώρας.

Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις

Η Χριστιανοδημοκρατική συμμαχία (CDU-CSU) προηγείται σαφώς στις δημοσκοπήσεις, που πραγματοποιήθηκαν πριν από την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού, με 30-34%. Δεύτερη πολιτική δύναμη αναδεικνύεται η ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) με 16% έως 19%.

Το SPD του Σολτς βρίσκεται στο 14-18%, ενώ οι Πράσινοι στο 9-12% και το FDP μόλις στο 3-5%, κινδυνεύοντας να μείνει εκτός Βουλής, καθώς το όριο είναι το 5%. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως για την πολιτική επιβίωσή του, ο Λίντνερ θα παρουσιάσει το FDP ως πιθανό κυβερνητικό εταίρο των Χριστιανοδημοκρατών, οι οποίοι στερούνται συνεργατών για μια μελλοντική κυβέρνηση, έχοντας αποκλείσει μια συμμαχία με την ακροδεξιά.

Το BSW, το νεοσύστατο κόμμα της Ζάρα Βάγκενκνεχτ που είχε εντυπωσιακές επιδόσεις στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις σε τρία ανατολικά κρατίδια, καταγράφει ποσοστό 6-9% σε εθνικό επίπεδο.

Δημοσκόποι υπογραμμίζουν πως η κατάρρευση της κυβέρνησης θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα ποσοστά των κομμάτων. Με βάση τα δεδομένα που υπάρχουν έως αυτή τη στιγμή, οι Χριστιανοδημοκράτες, εάν δεν κερδίσουν την απόλυτη πλειοψηφία στη Μπούντεσταγκ, θα πρέπει είτε να συνεργαστούν με το FDP, το οποίο ωστόσο μπορεί να μείνει εκτός Βουλής, είτε με το SPD σε μια επανάληψη του άλλοτε μεγάλου συνασπισμού Δεξιάς και Σοσιαλδημοκρατών.

Συντάκτης

Δείτε Επίσης

Τελευταία άρθρα