Οι τιμές των πετρελαιοειδών και των τροφίμων θα μειωθούν τα επόμενα δύο χρόνια χάρη στην υψηλή παραγωγή πετρελαίου.
Η πρόσφατη ενημέρωση της Παγκόσμιας Τράπεζας προμηνύει θετικά νέα για τους καταναλωτές παγκοσμίως, καθώς οι τιμές των πετρελαιοειδών και των τροφίμων αναμένονται να μειωθούν τα επόμενα δύο χρόνια. Αυτό προκύπτει από την αυξημένη παραγωγή πετρελαίου, τη μείωση της ζήτησης, κυρίως στην Κίνα, καθώς και τη στροφή σε καθαρότερες μορφές ενέργειας. Αυτές οι παράμετροι θα μπορούσαν να περιορίσουν την κρίση του κόστους διαβίωσης που έχει πλήξει πολλές χώρες τα τελευταία χρόνια.
Συγκεκριμένα, η ανάλυση της Παγκόσμιας Τράπεζας καταδεικνύει μια συνεχώς πτωτική τάση στις τιμές του πετρελαίου, που αναμένεται να διατηρηθεί, ακόμη και σε περίπτωση επιδείνωσης της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή. Η εκτίμηση είναι ότι η παγκόσμια προσφορά πετρελαίου θα ξεπεράσει τη ζήτηση κατά περίπου 1,2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως (bpd). Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές για το αργό πετρέλαιο τύπου Brent, που φέτος κυμαίνονται γύρω από τα 80 δολάρια το βαρέλι, αναμένεται να πέσουν στα 73 δολάρια το 2025 και στα 72 δολάρια το 2026.
Η λογική πίσω από αυτή την πρόβλεψη σχετίζεται με διάφορους παράγοντες. Πρώτον, η αύξηση της παραγωγής πετρελαίου, κυρίως από χώρες που ενισχύουν τη δική τους παραγωγή, μπορεί να οδηγήσει σε υπερπροσφορά στην αγορά. Δεύτερον, η μείωση της ζήτησης, ιδιαίτερα από μια μεγάλη οικονομία όπως η Κίνα, μειώνει τη συνολική πίεση στις τιμές. Τρίτον, η μετάβαση σε πιο βιώσιμες μορφές ενέργειας μπορεί να περιορίσει την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, μειώνοντας έτσι τη συνολική ζήτηση πετρελαίου.
Αυτές οι εξελίξεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τους καταναλωτές, καθώς οι χαμηλότερες τιμές πετρελαίου συνήθως οδηγούν σε μείωση και των τιμών των τροφίμων. Η μεταφορά των μειωμένων κοστών παραγωγής στους καταναλωτές μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών και στη σταθεροποίηση του κόστους διαβίωσης.
Συνολικά, οι προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας προσφέρουν μια ελπίδα για θετικές αλλαγές στην οικονομία, υπογραμμίζοντας τη σημασία της παρακολούθησης της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας και των τάσεων στη ζήτηση και παραγωγή.
Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η πτώση της τιμής του πετρελαίου θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση των παγκόσμιων τιμών εμπορευμάτων, περιλαμβανομένων των τροφίμων και των μετάλλων, σε χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών. Από το 2024 έως το 2026, οι παγκόσμιες τιμές των βασικών εμπορευμάτων αναμένεται να μειωθούν κατά σχεδόν 10%, με τις τιμές των τροφίμων να υποχωρούν κατά 9% φέτος και 4% το 2025, προτού σταθεροποιηθούν.
Ωστόσο, οι τιμές των εμπορευμάτων θα παραμείνουν κατά 30% υψηλότερες σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο. Αυτές οι προβλέψεις προσφέρουν ανακούφιση στις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες ανησυχούν για την επίδραση των υψηλών τιμών στον πληθωρισμό, ενδεχομένως επιτρέποντάς τους να μειώσουν τα επιτόκια πιο γρήγορα από ότι αναμενόταν.
Η υπερπροσφορά πετρελαίου, που εκτιμάται σε 1,2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, έχει παρατηρηθεί μόνο σε δύο περιόδους στο παρελθόν: κατά την αρχή της πανδημίας και κατά την ασιατική κρίση του 1998. Παρά τους φόβους για μια κλιμάκωση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή, οι τιμές του πετρελαίου δεν αναμένεται να εκτοξευτούν σε ύψη, με την Παγκόσμια Τράπεζα να εκτιμά ότι η μέση τιμή θα κυμανθεί γύρω από τα 84 δολάρια το βαρέλι το 2025.
Η ανάλυση υποδεικνύει μια αλλαγή στη ζήτηση από την Κίνα, τη μεγαλύτερη οικονομία παραγωγής εμπορευμάτων, όπου η ζήτηση πετρελαίου έχει σταθεροποιηθεί λόγω επιβράδυνσης της βιομηχανικής παραγωγής και αύξησης των πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων.
Το καρτέλ OPEC, παρά τις περικοπές στην παραγωγή, διατηρεί σταθερή την προσφορά, ενώ άλλες χώρες παραγωγής πετρελαίου μπορεί να αυξήσουν τις εξαγωγές για να ενισχύσουν τα έσοδά τους. Η OPEC+ διαθέτει σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, σχεδόν διπλάσια από την προ πανδημίας περίοδο.