Η πλειοψηφία των περιπτώσεων της νόσου του Παρκινσον δεν θεωρείται κληρονομική. Ωστόσο, σε ένα μικρό ποσοστό ασθενών, η νόσος του Παρκινσον μπορεί να εμφανιστεί λόγω γενετικών παραμέτρων. Εκτιμάται ότι μόνο το 10-15% των ατόμων με τη νόσο έχουν κάποιο οικογενειακό ιστορικό. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι γενετικές μεταλλάξεις μπορεί να παίξουν ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου.
Οι γενετικές έρευνες έχουν εντοπίσει συγκεκριμένα γονίδια που σχετίζονται με την ανάπτυξη της νόσου του Παρκινσον, όπως το γονίδιο LRRK2 και το γονίδιο SNCA. Η ύπαρξη αυτών των μεταλλάξεων μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου, αλλά η παρουσία αυτών των γονιδίων δεν εγγυάται ότι το άτομο θα αναπτύξει σίγουρα τη νόσο.
Περιβαλλοντικοί Παράγοντες
Εκτός από τους γενετικούς παράγοντες, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες φαίνεται να παίζουν επίσης ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου του Παρκινσον. Η έκθεση σε συγκεκριμένες τοξίνες, όπως τα φυτοφάρμακα, και άλλοι παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία και το φύλο, μπορεί να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της νόσου.
Η νόσος του Παρκινσον συνήθως δεν είναι κληρονομική, αλλά οι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες συνδυαστικά μπορούν να επηρεάσουν την εμφάνιση της. Αν και η κληρονομικότητα μπορεί να παίξει κάποιο ρόλο σε ορισμένες περιπτώσεις, η πλειονότητα των ανθρώπων με Παρκινσον δεν έχει οικογενειακό ιστορικό της νόσου.