Το περιγενεακό τραύμα αναφέρεται σε ψυχικές ή σωματικές βλάβες που μπορούν να συμβούν κατά τη διάρκεια της περιγεννητικής περιόδου, δηλαδή πριν, κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά τη γέννηση ενός παιδιού. Αυτές οι εμπειρίες τραύματος μπορούν να έχουν σημαντικές συνέπειες τόσο για τη μητέρα όσο και για το νεογνό, επηρεάζοντας τη συναισθηματική και ψυχική τους ευημερία.
Ορισμένα παραδείγματα περιγενεακού τραύματος περιλαμβάνουν τραυματικές γεννήσεις, όπως η αναγκαστική καισαρική τομή, η παρατεταμένη ή δύσκολη γέννα, η υποξία (έλλειψη οξυγόνου), ή ακόμα και η απώλεια του παιδιού. Το τραύμα μπορεί να προκαλέσει έντονο άγχος και ψυχολογικές διαταραχές στη μητέρα, όπως κατάθλιψη ή μετατραυματική διαταραχή άγχους (PTSD). Ταυτόχρονα, το παιδί μπορεί να βιώσει ψυχικές ή αναπτυξιακές καθυστερήσεις λόγω των συνθηκών του τοκετού ή της πρώτης περιόδου της ζωής.
Αυτό το τραύμα μπορεί να επηρεάσει τη σχέση γονέα-παιδιού και να έχει συνέπειες στην ανάπτυξη του παιδιού, ακόμη και στην ενηλικίωσή του. Ενδεικτικά, μπορεί να παρατηρηθούν προβλήματα με τη συναισθηματική ρύθμιση, τις κοινωνικές σχέσεις ή την αντίληψη του εαυτού.
Η θεραπεία του περιγενεακού τραύματος απαιτεί συχνά υποστήριξη από επαγγελματίες ψυχικής υγείας, όπως ψυχοθεραπευτές ή σύμβουλους, που βοηθούν το άτομο να επεξεργαστεί τις εμπειρίες του και να ανακτήσει την ψυχική του ισορροπία.