Ο στόχος του Μεγάρου Μαξίμου είναι να αποδεσμευτεί το συντομότερο δυνατόν από το αρνητικό κλίμα που προέκυψε μετά τις ευρωεκλογές, όπου η κυβερνητική παράταξη αντιμετώπισε τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων. Αυτός ο στόχος καθιστά αδύνατη οποιαδήποτε μορφή εκλογολογίας από τα γαλάζια στελέχη. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι δεν επιθυμεί να γίνει καμία δημόσια αναφορά στο εκλογικό σύστημα αυτή τη στιγμή.
Στην πραγματικότητα, ο ίδιος αποτρέπει τις συζητήσεις προτού αυτές επεκταθούν, διαψεύδοντας κάθε φορά που ερωτάται για πιθανές ανατροπές. Παρά την κατηγορηματική απόρριψη του ενδεχομένου ενός νέου εκλογικού νόμου από τον πρωθυπουργό, το θέμα δεν περιορίζεται μόνο σε σενάρια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχουν εισηγήσεις στο Μαξίμου για στοχευμένες «διορθώσεις» στο μοντέλο της ενισχυμένης αναλογικής, με ένα σχέδιο που έχει καταρτιστεί και αναμένεται να μπει στο πρωθυπουργικό συρτάρι. Οι συζητήσεις εντός της κυβέρνησης παραμένουν ενεργές, παρά τις διαψεύσεις. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει δύο βασικά σημεία: το πρώτο αφορά την ενίσχυση του πρώτου κόμματος, ενώ το δεύτερο σχετίζεται με τη μείωση της επιρροής των μικρότερων κομμάτων που προσπαθούν να εισέλθουν στη Βουλή.
Στη γενική εικόνα, οι εισηγήσεις στοχεύουν στο να διευκολύνουν την επίτευξη αυτοδυναμίας, ακόμα και με ποσοστά γύρω στο 32% – 33%, αντί τουλάχιστον 36% – 37% που απαιτείται σήμερα. Ωστόσο, η ακριβής εκτίμηση του πήχη της αυτοδυναμίας είναι δύσκολη, καθώς εξαρτάται από το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που δεν ξεπερνούν το 3% για την είσοδό τους στη Βουλή. Το ισχύον σύστημα προβλέπει ότι το πρώτο κόμμα που λαμβάνει ποσοστό 25% ή περισσότερο κερδίζει μπόνους 20 εδρών, με επιπλέον έδρες για κάθε 0,5% παραπάνω. Στην πράξη, το μέγιστο μπόνους των 50 εδρών απαιτεί ποσοστό 40% (οι επιπλέον 30 έδρες προκύπτουν από το 0,5% επί 15%)